Απρίλιος 2015

30

Απρ

2015

4554/2014 ΔΠΡ ΑΘ Κάθε παροχή που καταβλήθηκε αχρεώστητα από το ΙΚΑ επιστρέφεται εντόκως. Αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης η αναζήτηση περιοδικών ασφαλιστικών εισφορών μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου από την είσπραξή τους, που δεν μπορεί να είναι μικρότερος της πενταετίας, εκτός αν κριθεί αιτιολογημένα ότι ο ασφαλισμένος τελούσε κατά την είσπραξή τους σε δόλο

Κάθε παροχή που καταβλήθηκε αχρεώστητα από το ΙΚΑ επιστρέφεται εντόκως. Αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης η αναζήτηση περιοδικών ασφαλιστικών εισφορών μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου από την είσπραξή τους, που δεν μπορεί να είναι μικρότερος της πενταετίας, εκτός αν κριθεί αιτιολογημένα ότι ο ασφαλισμένος τελούσε κατά την είσπραξή τους σε δόλο. Αν η αναζήτηση στρέφεται κατά προσώπου διαφορετικού από τον εισπράξαντα, ο δόλος πρέπει να συντρέχει και στο πρόσωπο αυτού. Ποια ενέργεια του ασφαλισμένου νοείται δόλια. Ο αποβιώσας σύζυγος της προσφεύγουσας ελάμβανε το κατώτατο όριο σύνταξης από το ΙΚΑ αν και ήταν συνταξιούχος και του ΤΕΒΕ, όμως δεν τον βαρύνει δόλος, ενώ η προσφεύγουσα αυτοβούλως γνωστοποίησε στο ΙΚΑ την ύπαρξη δύο συντάξεων. Η αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει την πενταετία αντίκειται στις αρχές της χρηστής διοίκησης, ενώ για το διάστημα των τελευταίων πέντε ετών δεν αποδεικνύεται ότι η επιστροφή του ενδίκου ποσού θα έχει απρόβλεπτες και δυσμενείς επιπτώσεις για τη διαβίωση της προσφεύγουσας. Περιστατικά που αποδεικνύουν τη μη ύπαρξη δόλου στο πρόσωπο της προσφεύγουσας. Μερικά δεκτή η προσφυγή.


 

Αριθμός απόφασης 4554/2014 ΓΑΚ 7837/2008

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Μονομελές 17ο Τμήμα

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 8 Οκτωβρίου 2013, με δικαστή τη Θεοδώρα Γκούφα Πρωτόδικη Δ.Δ. Γραμματέας η Παγώνα Χρηστούδη, δικαστική υπάλληλος

γ ι α να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία κατάθεσης 28-2-2008

της … , κατοίκου Αγίας Παρασκευής, οδός .. αρ.. , η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Αρετής Προκόπη, που διόρισε με την από 2-10-2013 εξουσιοδότηση

κ α τ ά του νπδδ με την επωνυμία «Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων- Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ)», που εκπροσωπείται από το Διευθυντή του υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Αγίας Παρασκευής, ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο αλλά παραστάθηκε με δήλωση κατ` άρθρο 133 παρ. 2 εδ. β` ΚΔΔ του δικαστικού Αντιπροσώπου του ΝΣΚ, Πέτρου Τριανταφυλλίδη.

Αφού μελέτησε τη δικογραφία


Σκέφθηκε κατά το νόμο

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα σειράς Α 2803263, 3126755, 1145099 και 2728890 ειδικά έντυπα παραβόλου) η προσφεύγουσα ζητεί, παραδεκτώς, να ακυρωθεί η 799/3-10-2007 απόφαση της Διευθύντριας της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής, με την οποία απορρίφθηκε η 6745/17-4-2007 ένστασή της κατά της 6/23-1-2007 αποφάσεως της Διευθύντριας του ίδιου Υποκαταστήματος. Με την τελευταία αυτή απόφαση καταλογίσθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, το συνολικό ποσό των 22.376,21 ευρώ, που εισέπραξε αχρεωστήτως, κατά το χρονικό διάστημα από 1/1/1997 μέχρι 31/3/2006, ο, ήδη αποβιώσας στις 8-3-2006, σύζυγός της, συμπεριλαμβανομένου και του ποσού των τόκων 5% (κεφάλαιο 17.901,33 ευρώ + τόκοι 4.474,8 ευρώ), με παρακράτηση του 1/4 της μηνιαίας σύνταξής της.

2. Επειδή, στην παρ. 14 του άρθρου 29 του Α Ν. [1846/1951, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 825/1978 (Α` 189) και αντικαταστάθηκε τελικά με την παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 1902/1990 (Α` 138)], ορίζεται ότι: «α. Τα κατώτατα όρια συντάξεων ορίζονται στα ποσά, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί στις 30.9.90 κατά κατηγορία δικαιούχων. Εφεξής τα κατώτατα αυτά όρια αναπροσαρμόζονται σύμφωνα με την παρ. 9 αυτού του άρθρου με το ίδιο ποσοστό και από την ίδια ημερομηνία, β. Τα κατά το προηγούμενο εδάφιο κατώτατα ποσά συντάξεων, υπό τις προϋποθέσεις των διατάξεων της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, προσαυξάνονται με τα επιδόματα για τη σύζυγο και για κάθε παιδί… γ. … δ. Δεν δικαιούνται τα κατά την παρούσα παράγραφο κατώτατα όρια συντάξεων οι συνταξιούχοι ή βοηθηματούχοι τύπου συντάξεως, οι οποίοι λαμβάνουν και άλλη σύνταξη από το Δημόσιο ή ν.π.δ.δ., το ΙΚΑ ή άλλο φορέα κύριας ασφάλισης, εκτός αν το άθροισμα των συντάξεων αυτών υπολείπεται του κατώτατου ορίου σύνταξης, πλήρους ή μειωμένου, το οποίο θα εδικαιούτο ο συνταξιούχος από το ΙΚΑ, προσαυξημένου κατά 25%, οπότε καταβάλλεται από αυτό η διαφορά … ε……" Εξάλλου, το άρθρο 28 παρ. 1 και 6 του Α.Ν. 1846/1951 [όπως οι παράγραφοι αυτοί ίσχυαν κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, ήτοι μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 27 παρ. 1 και 6 του ν. 1902/1990 (Α` 138)] ορίζεται ότι: «1 .α) Ο ασφαλισμένος στο Ιδρυμα δικαιούται σύνταξη λόγω γήρατος, εάν κατά την υποβολή της αιτήσεως έχει συμπληρώσει το 65ό έτος της ηλικίας του ή η ασφαλισμένη το 60ό και πραγματοποίησε τέσσερις χιλιάδες πενήντα (4.050) τουλάχιστον ημέρες εργασίας. Το ως άνω όριο ημερών εργασίας αυξάνεται προοδευτικά σε τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες εργασίας, με την προσθήκη στις τέσσερις χιλιάδες πενήντα (4.050) ανά εκατόν πενήντα (150) ημερών κατά μέσο όρο για καθένα επόμενο ημερολογιακό έτος, αρχής γενομένης από της 1ης Ιανουαρίου 1992 ….. 6. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου λόγω γήρατος ή αναπηρίας οποιοσδήποτε βαθμίδας, ή επιδοματούχου λόγω αναπροσαρμογής ή ασφαλισμένου που έχει πραγματοποιήσει τουλάχιστον χίλιες πεντακόσιες (1.500) ημέρες εργασίας, από τις οποίες τριακόσιες (300) τουλάχιστον κατά τα πέντε (5) έτη που προηγούνται άμεσα του έτους που επήλθε ο θάνατος, ή ασφαλισμένου που έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο κατά περίπτωση από την παράγραφο 4 εδάφιο α` αριθμό ημερών εργασίας, έχουν δικαίωμα για σύνταξη κατά τα επόμενα εδάφια: α) Η χήρα ή ο χήρος, του οποίου η συντήρηση εβάρυνε κυρίως τη θανούσα και εφ` όσον είναι ανάπηρος κατά την έννοια της παραγράφου 5 εδάφιο β` του παρόντος».

3. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρ. 40 παρ. 4 εδ. α` του ιδίου ως άνω Α.Ν. 1846/1951 (Α` 179) ορίζεται ότι "πάσα παροχή εις χρήμα αχρεωστήτως καταβληθείσα υπό του ΙΚΑ ως και η αξία των εις είδος τοιούτων … επιστρέφονται εντόκως προς 5%, αναζητούνται δε κατά τας διατάξεις περί αναγκαστικής εισπράξεως των καθυστερουμένων εισφορών του Ιδρύματος".

4. Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 40 του α.ν. 1846/1951 (Α` 179), κάθε παροχή που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από το ΙΚΑ επιστρέφεται σ’ αυτό εντόκως. Εξάλλου, αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοικήσεως – γενική αρχή που ισχύει στο δίκαιο της κοινωνικής ασφαλίσεως και συμπορεύεται με τη διάταξη αυτή – η αναζήτηση από τον ασφαλιστικό οργανισμό περιοδικών ασφαλιστικών παροχών μετά την πάροδο εύλογου χρόνου από την είσπραξή τους, ο οποίος κρίνεται εκάστοτε αναλόγως των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης και πάντως, ελλείψει αντίθετης ρητής διάταξης, δεν μπορεί να είναι μικρότερος των πέντε ετών (πρβλ. ΣτΕ 2586/2007), αν οι παροχές αυτές έχουν μεν καταβληθεί αχρεωστήτως από τον ασφαλιστικό οργανισμό, ο ασφαλισμένος, όμως, τις έχει εισπράξει καλοπίστως. Η αναζήτηση των παροχών αυτών επιτρέπεται μόνο εφόσον κριθεί ότι αυτός που έχει εισπράξει τα αναζητούμενα ποσά τελούσε κατά την είσπραξή τους σε δόλο έναντι του οργανισμού, η κρίση δε για τη συνδρομή του δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς (Σ.τ.Ε. 814/2012, 1619/2006 επταμ.,1601, 1835/2007, 154/2008, 2291/2009, 2070/2010). Αντίθετα, κατά την έννοια της αυτής διατάξεως, επιβάλλεται η αναζήτηση από το ΙΚΑ των ποσών αυτών αν το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της εισπράξεως και της αναζητήσεως είναι μικρό, εκτός αν αυτός που έχει εισπράξει, παρανόμως, πλην καλοπίστως, τις χρηματικές ασφαλιστικές παροχές, έχει επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η επιστροφή τους στο Ι.Κ.Α. θα επιφέρει σε βάρος του απρόβλεπτες και δυσμενείς για τη διαβίωσή του συνέπειες (Σ.τ.Ε. 6/2011,2911/2007, 525/2006, 987/1993). Ο δόλος, που αποτελεί τη νομική βάση της αναζήτησης και που πρέπει να βεβαιώνεται με πλήρως αιτιολογημένη κρίση, πρέπει να συντρέχει στο πρόσωπο του εισπράξαντος, από τον οποίο αναζητείται κατ` αρχήν η αχρεωστήτως καταβληθείσα παροχή. Εάν, όμως, η αναζήτηση στρέφεται κατά τρίτου προσώπου διαφορετικού από τον εισπράξαντα, ο δόλος πρέπει να συντρέχει και στο πρόσωπο αυτού και, ειδικότερα, πρέπει να αποδεικνύεται ότι αυτός γνώριζε, επεδίωκε και συμμετείχε στην παράνομη είσπραξη της παροχής (ΔΕφΘεσ. 900/2004 ΕΔΚΑ 2005, 700). Εξάλλου, δόλια ενέργεια νοείται και η εκ μέρους του ασφαλισμένου αποσιώπηση ουσιώδους πραγματικού γεγονότος, που θεμελιώνει την διακοπή της περαιτέρω καταβολής των χορηγούμενων παροχών (βλ Σ.τ.Ε. 2070/2010,1835/2007, 1427/1979, ΔΕφΑ 1275/2009).

5. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την υπ’ αριθμ 8286/22-3-1983 απόφαση του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ Συντάξεων Αθηνών χορηγήθηκε στο σύζυγο της προσφεύγουσας , ………. , σύνταξη γήρατος, με βάση το τεκμαρτό ημερομίσθιο της 6ης ασφαλιστικής κλάσης, από 10-1-1983. Ο ανωτέρω ασφαλισμένος απεβίωσε στις 8-3-2006. Με την 6992/30-3-2006 αίτησή της η προσφεύγουσα, χήρα του ανωτέρω ασφαλισμένου, ζήτησε να της χορηγηθεί σύνταξη λόγω θανάτου του συζύγου της από το ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι έχει υποβάλει αίτηση για χορήγηση σύνταξης λόγω θανάτου και στο ΤΕΒΕ αφού ο σύζυγός της λάμβανε σύνταξη από τον φορέα αυτό από 1-2-1983. Με την 14474/29-5-2006 απόφαση του Διευθυντή ΙΚΑ Συντάξεων Αθηνών χορηγήθηκε στην προσφεύγουσα από 1-4-2006 πλήρη σύνταξη γήρατος, το ύψος της οποίας υπολογίστηκε με βάση τα ημερομίσθια της 6ης ασφαλιστικής κλάσης, στο πλήρες κατώτατο όριο των 400,82 ευρώ. Ακολούθως, ο ίδιος ως άνω Διευθυντής, αφού έλαβε υπόψη ότι ο σύζυγος της προσφεύγουσας ασφαλιζόταν στο ΤΕΒΕ από τον Φεβρουάριο του έτους 1983 παράλληλα με την ασφάλισή του στο ΙΚΑ και συνέχισε να ασφαλίζεται για όλο το χρονικό διάστημα της συνταξιοδότησής του από το ΙΚΑ, με την 18173/6-7-2006 απόφασή του, αναθεώρησε την 14474/29-5-2006 προγενέστερη απόφασή του, ως προς το καταβαλλόμενο ποσό σύνταξης της προσφεύγουσας και όρισε αυτό στο ποσό των οργανικών διατάξεων. Στη συνέχεια, με την 6/23-1-2007 απόφαση της Διευθύντριας του Υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής καταλογίσθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, το συνολικό ποσό των 22.376,21 ευρώ, που εισέπραξε αχρεωστήτως, κατά το χρονικό διάστημα από 1/1/1997 μέχρι 31/3/2006, ο, αποβιώσας σύζυγός της, συμπεριλαμβανομένου και του ποσού των τόκων 5% (κεφάλαιο 17.901,33 ευρώ + τόκοι 4.474,8 ευρώ), με παρακράτηση του 1/4 της μηνιαίας σύνταξής της. Κατά της αποφάσεως της Διευθύντριας του Υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής η προσφεύγουσα άσκησε την 6745/16- 3-2007 αίτηση θεραπείας (ένσταση) ενώπιον της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του ίδιου Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α., ισχυριζόμενη ότι ο σύζυγός της κατά την υποβολή της από 10-1-1983 αίτησής του στο ΙΚΑ για χορήγηση σύνταξη γήρατος δεν ενέπιπτε στις διατάξεις περί διπλοσυνταξιούχων αφού η απόφαση του ΤΕΒΕ με την οποία του χορηγήθηκε σύνταξη γήρατος εκδόθηκε στις 16-4-1983, για το λόγο δε αυτό απάντησε αρνητικά στην σχετική με αριθμό 5 ερώτηση του εντύπου. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα προέβαλε ότι η παράλειψη του συζύγου της να δηλώσει τη μεταγενέστερη λήψη σύνταξης από το ΤΕΒΕ, δεν οφείλεται σε δόλο αλλά σε άγνοια αφού, ενόψει και του ότι δεν είχε τελειώσει ούτε το δημοτικό σχολείο, δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι ελάμβανε από το διάδικο Ιδρυμα ποσό σύνταξης μεγαλύτερο από αυτό που δικαιούται. Επίσης, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε, ότι η σημείωση που υπάρχει στο απόκομμα – ειδοποιητήριο της μηνιαίας σύνταξης του ΙΚΑ, με την οποία καλείται ο συνταξιούχος να ενημερώσει το Ίδρυμα για κάθε μεταβολή στην προσωπική του κατάσταση είναι αόριστη και ήταν δυνατό να αξιολογηθεί σωστά από έναν άνθρωπο που δεν είχε ούτε τις στοιχειώδης γραμματικές γνώσεις. Τέλος, με την ένστασή της η προσφεύγουσα προέβαλε ότι η ίδια ήταν καλόπιστη αφού δεν απέκρυψε τη συνταξιοδότηση του συζύγου της από ΤΕΒΕ, όπως αποδεικνύεται από την 6292/30-3-2006 αίτησή της. Η ΤΔΕ με την υπ αριθ 799/3-10-2007 απόφασή της (προσβαλλόμενη) απέρριψε την ένσταση της ασφαλισμένης, με την αιτιολογία ότι αφού ο αποβιώσας σύζυγος παρέλειψε να δηλώσει τη λήψη σύνταξης από το ΤΕΒΕ, τα ποσά που εισέπραξε πρέπει να αναζητηθούν και να επιστραφούν.

6. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή και το νομοτύπως κατατεθέν υπόμνημα, η προσφεύγουσα αμφισβητεί τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και ζητεί την ακύρωσή της, ισχυριζόμενη όσα και με την ένστασή της, καθώς και ότι η αναζήτηση του εν λόγω ποσού, ενόψει και της ηλικίας της (85 ετών, γεννηθείσα το έτος 1929) θα έχει απρόβλεπτες οικονομικές συνέπειες και θα θέσει σε κίνδυνο τα μέσα βιοπορισμού της αφού οι μηνιαίες της απολαβές δεν ξεπερνούν τα 626,53 ευρώ (κύρια σύνταξη ΙΚΑ ποσού 197,61 ευρώ, επικουρική ποσού 116,92 ευρώ και σύνταξη ΤΕΒΕ 213 ευρώ). Προς απόδειξη του ισχυρισμού της, προσάγει και επικαλείται, ενιαίο εκκαθαριστικό σημείωμα οικονομικού έτος 2013, από το οποίο προκύπτει ότι το εισόδημά της από συντάξεις ανέρχεται στο ποσό των 19.570,29 ευρώ. Εξάλλου, το διάδικο Ίδρυμα με την από 26-9- 2013 έκθεση απόψεών του ισχυρίζεται ότι ορθά με την προσβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε η ένσταση της προσφεύγουσας αφού στο τρίμηνο ενημερωτικό σημείωμα που ελάμβανε ο αποβιώσας σύζυγός της ρητά αναγράφεται η υποχρέωσή του προς ενημέρωση της υπηρεσίας για οποιαδήποτε μεταβολή επιφέρει μείωση ή διακοπή της σύνταξής του.


7. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και ενόψει των διατάξεων που προεκτέθηκαν, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν σε προηγούμενη σκέψη, λαμβάνοντας υπόψη ότι 1) ο αποβιώσας σύζυγος της προσφεύγουσας, λάμβανε από τις 10-1-1983 το κατώτατο όριο σύνταξης από το καθού Ίδρυμα και παραλλήλως την 1-2-1982 έλαβε σύνταξη γήρατος από το ΤΕΒΕ και ότι το άθροισμα των δύο αυτών συντάξεων υπερβαίνει τον περιορισμό της παρ. 14 περ.δ του άρθρου 29 του αν 1846/1951, όπως ισχύει τελικώς μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 1902/90, 2) ότι η γενική υπόμνηση που αναφέρεται στο τρίμηνο ενημερωτικό σημείωμα της υπηρεσίας για τους λόγους διακοπής της σύνταξης, δεν μπορεί να οδηγήσει, μόνη αυτή, στο συμπέρασμα ότι ο ως άνω ασφαλισμένος τελούσε σε κακοπιστία και δολίως ελάμβανε παραλλήλως με τη σύνταξη του ΤΕΒΕ την ανωτέρω σύνταξη του ΙΚΑ, 3) ότι από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι το διάδικο ΙΚΑ ζήτησε από τον αποβιώσαντα ασφαλισμένο να δηλώσει, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο μετά τη συνταξιοδότησή του από το ΤΕΒΕ, αν λαμβάνει άλλη σύνταξη και, συνεπώς, αν αυτός κατέστη διπλοσυνταξιούχος κατά την έννοια του νόμου και 4) ότι κατά τα κοινώς γνωστά, ενόψει της πολυπλοκότητας και της εκτεταμένης περιπτωσιολογίας των διάσπαρτων διατάξεων της ασφαλιστικής νομοθεσίας καθίσταται δυσχερές, αν όχι αδύνατο σε πολλές περιπτώσεις, στον ασφαλισμένο να διακρίνει και να εντοπίσει από μόνος του το είδος και μέγεθος του ασφαλιστικού του δικαιώματος ή τις συνέπειες παράλειψης ενεργειών του, στις οποίες πιθανόν δεν γνώριζε ότι θα έπρεπε να είχε προβεί (ΣτΕ 154/2008, ΔΕφΑ 2362/1995), το Δικαστήριο κρίνει ότι στο πρόσωπο του αποβιώσαντος συζύγου της προσφεύγουσας, κατά το επϊδικο χρονικό διάστημα (1-1-1997 μέχρι 31-3-2006), δεν συνέτρεχε το στοιχείο του δόλου, η συνδρομή του οποίου αποτελεί, σε κάθε περίπτωση, νόμιμη βάση αναζήτησης, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά ανωτέρω ως αχρεωστήτως καταβληθεισών περιοδικών χρηματικών παροχών. Ενόψει αυτών, λαμβάνοντας υπόψη και ότι η προσφεύγουσα αυτοβούλως γνωστοποίησε στο διάδικο Ιδρυμα την ύπαρξη δύο συντάξεων (με την από την 6292/30-3-2006 αίτησής της, ενώ από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι έχει προβεί σε άλλη δόλια ενέργεια κατά του ΙΚΑ, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αναζήτηση από την προσφεύγουσα για πρώτη φορά κατά το έτος 2007, με την 6/23- 1-2007 απόφαση της Διευθύντριας του υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής, των συντάξεων που έλαβε αχρεωστήτως, πλην καλοπίστως, ο σύζυγός της κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 31.12.2001, δηλαδή μετά την πάροδο από την είσπραξή τους χρονικού διαστήματος, που κρίνεται ικανό, εφόσον υπερβαίνει την πενταετία, αντίκειται στις αρχές της εύρυθμης και χρηστής Διοίκησης. Περαιτέρω, όσον αφορά τις συντάξεις που εισπράχθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2002 έως 31.3.2006, δηλαδή σε χρονικό διάστημα που δεν αφίσταται πολύ από το χρόνο αναζήτησής τους, ενόψει του ότι όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο εκκαθαριστικό σημείωμα η προσφεύγουσα έχει μέσο μηνιαίο εισόδημα 1.630 ευρώ και δεν προσκομίζει συγκεκριμένα στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται πως η επιστροφή του ένδικου ποσού θα έχει απρόβλεπτες και δυσμενείς για την διαβίωσή της συνέπειες, το Δικαστήριο κρίνει ότι νομίμως διατάχθηκε η εν λόγω επιστροφή, με παρακράτηση μάλιστα του 1/4 της καταβαλλόμενης από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μηνιαίας σύνταξής της, το οποίο εξάλλου, ενόψει του περιορισμένου ποσού τη σύνταξης αυτής, δεν είναι ικανό να επηρεάσει σημαντικά τη διαβίωση της προσφεύγουσας. Επομένως, η Τοπική Διοικητική Επιτροπή, κατά το μέρος που με την προσβαλλόμενη απόφασή της κρίθηκε νόμιμος ο καταλογισμός, με την 6/23-1-2007 απόφαση της Διευθύντριας του υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής, σε βάρος της προσφεύγουσας επιπλέον συντάξεων που έλαβε ο αποβιώσας σύζυγός της, κατά την χρονική περίοδο από 1.1.1997 έως 31.12.2001, εσφαλμένα ερμήνευσε το νόμο και εκτίμησε τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, για το λόγο δε αυτόν η προσβαλλόμενη απόφασή της πρέπει να τροποποιηθεί, κατά το βάσιμο σχετικό λόγο της κρινόμενης προσφυγής.

8. Επειδή, κατ` ακολουθία η προσφυγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση της ΤΔΕ κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Περαιτέρω, πρέπει να επιστραφεί στην προσφεύγουσα μέρος του καταβληθέντος παραβόλου ύφους 15 ευρώ (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Διοικ.Δικ.) και να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων κατ` άρθρο 275 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα.

ΔΙΑ ΤΑΥΤA

Δέχεται εν μέρει την προσφυγή.


Ακυρώνει την 799/3-10-2007 απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής, κατά το μέρος της που με αυτή κρίθηκε νόμιμος ο καταλογισμός, με την 6/23-1-2007 απόφαση της Διευθύντριας του υποκαταστήματος ΙΚΑ Αγίας Παρασκευής, σε βάρος της προσφεύγουσας επιπλέον συντάξεων που έλαβε ο αποβιώσας σύζυγός της, κατά την χρονική περίοδο από 1.1.1997 έως 31.12.2001,

Διατάζει την επιστροφή στην προσφεύγουσα μέρους του καταβληθέντος παραβόλου ύψους δέκα πέντε (15) ευρώ.


Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

Η απόφαση δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου 31/3/2014.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 ΘΕΟΔΩΡΑ ΓΚΟΥΦΑ              ΠΑΓΩΝΑ ΧΡΗΣΤΟΥΔΗ


(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

 

****ΠΡΟΣΟΧΗ – ΔΕΙΤΕ ΝΕΩΤΕΡΗ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ -ΑΛΛΑΓΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΑΡ 103 ΤΟΥ Ν.4387/12.5.2016

 

 

25

Απρ

2015

Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για τη μεταφορά ταμειακών διαθεσίμων των Φορέων Γενικής Κυβέρνησης προς επένδυση στην Τράπεζα της Ελλάδας

1 Απριλίου, 2015

 

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ        Αρ. Φύλλου  41      20 Απριλίου 2015

 

ΠΡΑΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Κατεπείγουσα ρύθμιση για τη μεταφορά ταμειακών δι­αθεσίμων των Φορέων Γενικής Κυβέρνησης προς επένδυση στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

  1. Την παράγραφο 1 του άρθρου 44 του Συντάγματος.
  2. Την έκτακτη περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης για τη μεταφορά ταμειακών δι­αθεσίμων των Φορέων Γενικής Κυβέρνησης και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α” και β” βαθμού προς επένδυση στην Τράπεζα της Ελλάδος.
  3. Τη σχετική πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, αποφασίζουμε:

Άρθρο Πρώτο

Οι Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτοί προσ­διορίζονται από το ισχύον «Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης» που τηρείται με ευθύνη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδι­οίκησης α” και β” βαθμού, υποχρεούνται να καταθέτουν τα ταμειακά τους διαθέσιμα και να μεταφέρουν τα κε­φάλαια προθεσμιακών τους καταθέσεων σε λογαρια­σμούς ταμειακής διαχείρισης που τηρούν στην Τράπεζα της Ελλάδος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης ή διαδικασίας. Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται τα κεφάλαια που απαιτούνται για την κάλυψη των ταμειακών τους αναγκών για το επόμενο δεκαπενθήμερο, καθώς και τα κεφάλαια που έχουν κα­τατεθεί από τους ανωτέρω φορείς στο Ταμείο Παρακα­ταθηκών και Δανείων. Εξαιρούνται επίσης οι Δημόσιες Επιχειρήσεις κατά την έννοια της παραγράφου 5, οι Δημόσιοι Οργανισμοί κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του Ν.3429/2005 (Α” 314) καθώς και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίοι δύνανται να μεταφέρουν τα ως άνω αναφερόμενα κεφάλαια στην Τράπεζα της Ελλάδος για τον ίδιο σκοπό.

Επί των κεφαλαίων που είναι κατατεθειμένα ή θα κα­τατεθούν στους ανωτέρω λογαριασμούς της Τράπεζας της Ελλάδος εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης ζ” της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του Ν. 2469/1997 (Α” 38), όπως ισχύουν.

Άρθρο Δεύτερο

Η ισχύς της παρούσας, η οποία θα κυρωθεί νομοθετι­κά κατά το άρθρο 44 παράγραφος 1 του Συντάγματος, αρχίζει από 17.3.2015.

Αθήνα, 20 Απριλίου 2015

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ

ΑΛΕΞΙΟΣ Π. ΤΣΙΠΡΑΣ

ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

 

 

 

 

 

 

25

Απρ

2015

Μόνο οφειλές προς το Δημόσιο που υπερβαίνουν τις 50.000 ευρώ συνιστούν ποινικό αδίκημα πλέον

22 Μαρτίου, 2015

Με το άρθρο 20 του ν. 4321/2015 αντικαθίσταται η  παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 1882/1990  ως εξής:
«1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών τιμωρείται
με ποινή φυλάκισης:
α) Ενός (1) τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.

β) Τριών (3) τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α΄, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων.
Η πράξη μπορεί να κριθεί ατιμώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθμό.»
Αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων που εκδόθηκαν για χρέη μικρότερα από τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 και δεν έχουν εκτελεστεί κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, δεν εκτελούνται. Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται.
Εκκρεμείς αιτήσεις Προϊσταμένων Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών ή Ελεγκτικών Κέντρων ή Τελωνείων ή ένδικα μέσα κατά αποφάσεων για χρέη κατώτερα αυτών που ορίζονται ανωτέρω, δεν εισάγονται για συζήτηση.
Η αναστολή της παραγραφής των χρεών, κατώτερων του ποσού των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, για τα οποία υποβλήθηκε αίτηση ποινικής δίωξης, λήγει με τη δημοσίευση του νόμου αυτού, η παραγραφή συνεχίζεται και δεν συμπληρώνεται πριν την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής.
Η παραγραφή του αδικήματος, του οποίου κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν έχει συμπληρωθεί το μετά την πάροδο τετραμήνου χρονικό διάστημα που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3943/2011, αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος.

 

25

Απρ

2015

Κατάργηση ποινών για οφειλέτες ατομικής εισφοράς στον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ

22 Μαρτίου, 2015

Με το άρθρο 30 του ν. 4321 «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας» (ΦΕΚ Α” 32/21-03-2015) ορίζεται ότι η διάταξη του άρθρου 1 του α.ν.  86/1967  (Α΄ 136) όπως ισχύει, δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τις ατομικές ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) και στο Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ).

 

25

Απρ

2015

Η ελεγκτική πρακτική των ελληνικών φορολογικών αρχών σε υποθέσεις με διεθνή διάσταση

26 Φεβρουαρίου, 2015

Tο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος και ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος , την Ελληνική Εταιρία Διοικήσεως Επιχειρήσεων , το Σύλλογο Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων Νομικής Θεσσαλονίκης ΑΠΘ και την ELSA Θεσσαλονίκης διοργάνωσε συνέδριο με θέμα τις πρόσφατες εξελίξεις στο Ευρωπαϊκό και στο Ελληνικό Φορολογικό Δίκαιο .Ενδιαφέρουσες εισηγήσεις από έμπειρους ομιλητές . Δείτε την εμπεριστατωμένη εισήγηση του κ. Πέτρου Κουρφαλίδη, υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομικών για την ελεγκτική πρακτική των ελληνικών φορολογικών αρχών σε υποθέσεις διεθνούς διάστασης.

Η ελεγκτική πρακτική των ελληνικών φορολογικών αρχών σε υποθέσεις με διεθνή διάσταση

Κατηγοριοποίηση εφαρμοζόμενης νομοθεσίας

  • Νομοθεσία περί αντιμετώπισης διεθνών συναλλαγών ως αναγνωριζόμενες ή μη δαπάνες από φορολογικής άποψης

  • Νομοθεσία περί αντιμετώπισης διεθνών συναλλαγών ομίλων επιχειρήσεων (transfer pricing)

  • Νομοθεσία περί αξιοποίησης των πληροφοριών της διεθνούς διακίνησης κεφαλαίων (εμβάσματα εξωτερικού)

  • Νομοθεσία περί αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ κρατών

  • Νομοθεσία περί δηλωτικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων όσον αφορά τις διεθνείς συναλλαγές τους εντός Ε.Ε. (V.I.E.S.)

  • Νομοθεσία περί αντιμετώπισης των ελεγχόμενων αλλοδαπών εταιρειών

  • Γενικός κανόνας κατά της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής με καταχρηστική χρήση της νομοθεσίας

 

Νομοθεσία περί αντιμετώπισης διεθνών συναλλαγών ως αναγνωριζόμενες ή μη δαπάνες από φορολογικής άποψης

– Ν. 4172/2013 – Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος,

  • Άρθρο 23 – Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες, περίπτωση ιγ”
  • Άρθρο 65 – Κράτη μη συνεργάσιμα στο φορολογικό τομέα και κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς
  •  

 -Α.Υ.Ο. Δ12 1039188 ΕΞ 2014/4.3.2014 (ΦΕΚ Β” 570/07-03-2014) – Καθορισμός των κρατών που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς

– Α.Υ.Ο. ΔΟΣ Γ 1039110 ΕΞ 2014/4.3.2014 (ΦΕΚ Β” 570/07-03-2014) – Καθορισμός των μη συνεργάσιμων κρατών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 65 του Ν. 4172/2013, για το έτος 2014

– Ερμηνευτικές εγκύκλιοι (αφορούν Ν.2238/1994 – όμοιες διατάξεις):

  • ΠΟΛ.1198/2013 – Φορολογική μεταχείριση δαπανών αγοράς αγαθών που πραγματοποιούνται από εταιρείες με έδρα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, μέσω τριγωνικών συναλλαγών.
  • ΠΟΛ.1225/2011 – Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 13 του ν. 3943/2011
  • Δ12Β/1158371/ ΕΞ18.11.2011  – Φορολογική  μεταχείριση  τριγωνικών  συναλλαγών όταν μεσολαβεί εταιρία με έδρα στην Κύπρο

Ν.4172/2013 – Άρθρο 23 – Μη εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες,περίπτωση ιγ”

Οι ακόλουθες δαπάνες δεν εκπίπτουν:

…………………………………………………..

ιγ) το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος μη συνεργάσιμο ή που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε., εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν αποκλείει την έκπτωση των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος – μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., εφόσον υπάρχει η νομική βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της Ελλάδας και αυτού του κράτους – μέλους.

Νομοθεσία περί αντιμετώπισης διεθνών συναλλαγών ομίλων επιχειρήσεων (transfer pricing)

  • Ν. 4172/2013 – Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, άρθρο 50 – Ενδοομιλικές συναλλαγές
  • N. 4174/2013 – Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, άρθρο 21 – Φάκελος τεκμηρίωσης
  • ΠΟΛ.1097/9.4.2014 – Καθορισμός του ακριβούς περιεχομένου και των στοιχείων που περιέχονται στο Φάκελο Τεκμηρίωσης, στο Βασικό Φάκελο Τεκμηρίωσης, τον Ελληνικό Φάκελο Τεκμηρίωσης και το Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, των περιπτώσεων κατά τις οποίες οι παραπάνω Φάκελοι Τεκμηρίωσης θεωρούνται μη πλήρεις ή μη επαρκείς, των αποδεκτών μεθόδων καθορισμού τιμών των συναλλαγών και των μεθόδων καθορισμού του αποδεκτού εύρους των τιμών ή του περιθωρίου κέρδους για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του ν.4174/2013
  • ΠΟΛ.1144/15.5.2014 – Τροποποίηση της ΠΟΛ 1097/9-4-2014 (Φ.Ε.Κ. Β” 883) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων
  • ΔΕΛ Δ 1168423 ΕΞ 2014/19.12.2014 – Παροχή διευκρινίσεων σε θέματα ελέγχου ενδοομιλικών συναλλαγών και εκπρόθεσμης υποβολής της κατάστασης ενδοομιλικών συναλλαγών και του συνοπτικού πίνακα πληροφοριών

Ν. 4172/2013 – Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, Άρθρο 50 – Ενδοομιλικές συναλλαγές

  • Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες όταν πραγματοποιούν συναλλαγές, μία ή περισσότερες, διεθνείς ή και εγχώριες, με συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. με οικονομικούς ή εμπορικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα ίσχυαν μεταξύ μη συνδεδεμένων προσώπων (ανεξάρτητων επιχειρήσεων) ή μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και τρίτων,οποιαδήποτε κέρδη τα οποία χωρίς τους όρους αυτούς θα είχαν πραγματοποιηθεί από το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών όρων (αρχή των ίσων αποστάσεων) περιλαμβάνονται στα κέρδη του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας μόνον στο βαθμό που δεν μειώνουν το ποσό του καταβλητέου φόρου.
  • Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και ερμηνεύονται σύμφωνα με τις γενικές αρχές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις ενδοομιλικές συναλλαγές.

  Νομοθεσία περί αξιοποίησης των πληροφοριών της διεθνούς διακίνησης κεφαλαίων (εμβάσματα εξωτερικού)

             Ν. 4172/2013 – Κώδικας  Φορολογίας Εισοδήματος, άρθρο 21, § 4

  • Ν. 4174/2013 –  Κώδικας  Φορολογικής Διαδικασίας, άρθρο 39
  • Ν. 2238/1994 – Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, άρθρο 48, § 3
  • ΠΟΛ. 1095/29.4.2011 Εισόδημα από προσαύξηση περιουσίας της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010
  • ΓΔ ΦΟΡΕΛ/ ΔΗΜΕΣ 1166494 ΕΞ 30.11.2012 Παροχή οδηγιών για τα χειρισμό υποθέσεων φορολογουμένων με εμβάσματα στο εξωτερικό στους οποίους έχει αποσταλεί πρόσκληση από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων
  • ΠΟΛ. 1033/21.2.2013 Διευκρινίσεις στο πλαίσιο χειρισμού των υποθέσεων φορολογουμένων που έχουν αποστείλει εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη 2009-2011
  • ΠΟΛ.1228/15.10.2014 Παροχή πρόσθετων οδηγιών στο πλαίσιο χειρισμού των υποθέσεων φορολογουμένων που αποστέλλουν εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη 2009-2011
  • ΔΕΛ Α 1141178 ΕΞ 2014/15.10.2014 Διευκρινίσεις σχετικά με τη φορολογική αντιμετώπιση μηχανικών μελών προσωπικών εταιριών σε υποθέσεις προσαύξησης περιουσίας

Φορολογία προσαύξησης περιουσίας

  • 4.Κάθε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία θεωρείται κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.(άρθρο 21, ν.4172/2013)
  • Σε περίπτωση διαπίστωσης προσαύξησης περιουσίας κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 21 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, η προσαύξηση αυτή δεν υπόκειται σε φορολογία, εφόσον ο φορολογούμενος αποδείξει την πραγματική πηγή αυτής, καθώς επίσης και ότι αυτή είτε έχει υπαχθεί σε νόμιμη φορολογία είτε απαλλάσσεται από το φόρο σύμφωνα με ειδικές διατάξεις.(άρθρο 39, ν.4174/2013)

Νομοθεσία περί αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ κρατών

  • Ν. 4174/2013 – Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας – Άρθρο 29 – Αμοιβαία διοικητική συνδρομή
  • Ν.4170/2013 – Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ (αμοιβαία συνδρομή των αρμόδιων αρχών των κρατών-μελών στον τομέα των άμεσων φόρων)
  • Διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες (π.χ. Ν.4240/2014 Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και του Κράτους του Γκέρνσεϋ για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με φορολογικά θέματα.)

Ν. 4174/2013 – Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας Άρθρο 29 – Αμοιβαία διοικητική συνδρομή

  • Ως προς την αμοιβαία διοικητική συνδρομή και τους ταυτόχρονους φορολογικούς ελέγχους εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 25 του ν.4170/2013 (Α” 163), που ενσωμάτωσαν στην ελληνική νομοθεσία την Οδηγία του Συμβουλίου 2011/16/ΕΚ.

Ν.4170/2014

  • οι ελληνικές αρχές συνεργάζονται με τις αρχές των κρατών-μελών με στόχο την ανταλλαγή πληροφοριών που είναι εύλογα συναφείς με την εφαρμογή και την επιβολή της ελληνικής νομοθεσίας ή της εθνικής νομοθεσίας των κρατών-μελών
  • ισχύουν σε όλους τους φόρους κάθε τύπου που εισπράττονται από την Ελλάδα ή από κράτος-μέλος εξ ονόματός του
  • δεν εφαρμόζονται στο φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) και στους δασμούς
  • «αυτόματη ανταλλαγή»: η συστηματική κοινοποίηση προς άλλο κράτος-μέλος χωρίς προηγούμενο αίτημα, προκαθορισμένων πληροφοριών ανά τακτά εκ των προτέρων καθορισμένα διαστήματα.
  • Η λαμβάνουσα ελληνική αρχή παρέχει τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 6 το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο εντός έξι μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.
  • Ωστόσο, όταν οι πληροφορίες αυτές είναι ήδη διαθέσιμες, τότε η λαμβάνουσα ελληνική αρχή τις διαβιβάζει εντός δύο μηνών από την ημερομηνία αυτήν.

Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών

  • Η αρμόδια αρχή του Υπουργείου Οικονομικών, ανταλλάσσει με τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών, με αυτόματη ανταλλαγή, διαθέσιμες πληροφορίες που αφορούν φορολογικές περιόδους από την ΐη Ιανουαρίου 2014 και εξής σχετικά με φορολογικούς κατοίκους του κράτους-μέλους που λαμβάνει αυτές τις πληροφορίες, όσον αφορά τις ακόλουθες κατηγορίες εισοδήματος και κεφαλαίου, όπως αυτές ορίζονται στην εθνική νομοθεσία του κράτους-μέλους που κοινοποιεί την πληροφορία:

α) εισόδημα από απασχόληση, β) αμοιβές διευθυντών,γ) προϊόντα ασφάλειας ζωής που δεν καλύπτονται από άλλες νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την                 ανταλλαγή πληροφοριών και άλλα παρόμοια μέτρα, δ) συντάξεις, ε) ακίνητη περιουσία και εισόδημα από ακίνητη περιουσία.

Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών

  • Η αρμόδια αρχή του Υπουργείου Οικονομικών, κατά το άρθρο 5 παράγραφος 1, μπορεί να κοινοποιεί αυθορμήτως στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών-μελών κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε αυτήν και η οποία ενδέχεται να είναι χρήσιμη για τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών-μελών.
  • Η αρμόδια αρχή του Υπουργείου Οικονομικών, κατά το άρθρο 5 παράγραφος 1, κοινοποιεί οπωσδήποτε τις αναφερόμενες στο άρθρο 2 παράγραφος 1 πληροφορίες, τις οποίες λαμβάνει από τις ημεδαπές αρχές, στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους-μέλους σε οποιαδήποτε από τις εξής περιπτώσεις:

α) οι ημεδαπές αρχές έχουν βάσιμους λόγους να υποθέτουν ότι στο άλλο κράτος-μέλος υφίσταται διαφυγή φόρων

β) ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει στην Ελλάδα μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι” αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή σε φόρο στο άλλο κράτος-μέλος

 γ) επιχειρηματικές δραστηριότητας που πραγματοποιούνται, μεταξύ ενός προσώπου υποκείμενου σε φόρο στην Ελλάδα και ενός προσώπου υποκείμενου σε φόρο σε άλλο κράτος-μέλος, σε μία ή περισσότερες άλλες χώρες, κατά τέτοιον τρόπο που να ενδέχεται να συνεπάγονται μείωση φόρου στην Ελλάδα ή στο άλλο κράτος-μέλος ή και στα δύο

δ) οι ημεδαπές αρχές έχουν βάσιμους λόγους να υποθέτουν ότι υφίσταται μείωση φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές μεταφορές κερδών εντός ομάδων επιχειρήσεων

ε) από πληροφορίες που διαβίβασε στην Ελλάδα η αρμόδια αρχή του άλλου κράτους-μέλους συνάγονται πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν σημασία για την αξιολόγηση της επιβολής φόρου σε αυτό το άλλο κράτος-μέλος.

Νομοθεσία περί δηλωτικών υποχρεώσεων τωνεπιχειρήσεων όσον αφορά τις διεθνείς συναλλαγές τους εντός Ε.Ε. (V.I.E.S.)

  1. Ο υποκείμενος στο φόρο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12, καθώς και παραδόσεις αγαθών, οι οποίες απαλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, υποχρεούται επίσης:

α) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα, για τις παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιεί σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α” και γ” της παραγράφου 1 του άρθρου 28 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 15,

β) να χρησιμοποιεί για τις συναλλαγές αυτές τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν απ” αυτόν, καθώς επίσης και να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον αριθμό του φορολογικού μητρώου (Φ.Π.Α.) του συναλλασσόμενου με το ανάλογο πρόθεμα που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος και

γ) να υποβάλλει στατιστική δήλωση (INTRASTAT) για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές που πραγματοποιεί για κάθε μήνα,

δ) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποιεί μετά την 1.1.1996, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 11 και του άρθρου 12, καθώς και για τις αποκτήσεις που πραγματοποιεί και αποδεικνύει ότι έγιναν με σκοπό τη μεταγενέστερη παράδοση εντός άλλου κράτους – μέλους, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 15.

Νομοθεσία περί δηλωτικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων όσον αφορά τις διεθνείς συναλλαγές τους εντός Ε.Ε. (V.I.E.S.) – συνέχεια

  • 5. β. Ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, που λαμβάνει υπηρεσίες από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος – μέλος, για τις οποίες ο τόπος είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α” της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στον φόρο, υποχρεούται για τις εν λόγω υπηρεσίες που λαμβάνει:
  • α) να χρησιμοποιεί τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν,
  • β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα.
  • Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει προκειμένου για υπηρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο εσωτερικό της χώρας.
  • 5γ. Οι πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 5.α και 5.β καταχωρούνται στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες την ημερολογιακή περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας ο φόρος καθίσταται απαιτητός, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 18 και στην περίπτωση μείωσης της φορολογητέας αξίας μετά την πραγματοποίηση της πράξης, την ημερολογιακή περίοδο που πραγματοποιείται η μείωση.

                                                     Κανονισμός 904/2010/Ε.Ε

  • Κανονισμός 904/2010/Ε.Ε.του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2010 για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του φόρου προστιθέμενης αξίας.
  • Δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αριθμό 268/12-10-2010.
  • Κοινοποιήθηκε με Αρ. Πρωτ. Δ14Δ 1044390 ΕΞ 2011/21.03.2011

     Νομοθεσία περί αντιμετώπισης των ελεγχόμενων αλλοδαπών εταιρειών

  • Ν. 4172/2013 – Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, άρθρο 66 – Ελεγχόμενες αλλοδαπές εταιρείες (ΕΑΕ)

– ΠΟΛ.1076/17.3.2014 – Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 66 του ν.4172/2013

Ν. 4172/2013-Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος ,άρθρο 66-Ελεγχόμενες αλλοδαπές εταιρείες (ΕΑΕ)

  1. Το φορολογητέο εισόδημα περιλαμβάνει το μη διανεμηθέν εισόδημα νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που είναι φορολογικός κάτοικος άλλης χώρας, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) ο φορολογούμενος, μόνος του ή από κοινού με τα συνδεδεμένα πρόσωπα, κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, μετοχές, μερίδια, δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής στο κεφάλαιο σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) ή δικαιούται να εισπράττει ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) των κερδών του εν λόγω νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, β) το παραπάνω νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα υπόκειται σε φορολογία σε μη συνεργάσιμο κράτος ή κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, ήτοι σε ειδικό καθεστώς που επιτρέπει ουσιωδώς χαμηλότερο επίπεδο φορολογίας από ό,τι το γενικό καθεστώς, γ) άνω του τριάντα τοις εκατό (30%) του καθαρού εισοδήματος προ φόρων που πραγματοποιεί το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα εμπίπτει σε μία ή περισσότερες από τις κατηγορίες που ορίζονται στην παράγραφο 3,  δ) δεν πρόκειται για εταιρεία, της οποίας η κύρια κατηγορία μετοχών αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά.
  1. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που το   νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα είναι φορολογικός κάτοικος κράτους – μέλους της Ε. Ε., εκτός εάν η εγκατάσταση ή η  οικονομική δραστηριότητα του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας συνιστά επίπλαστη κατάσταση που δημιουργήθηκε με ουσιαστικό σκοπό την αποφυγή του αναλογούντος φόρου Σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα είναι φορολογικός κάτοικος χώρας που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας για τον Ε.Ο.Χ. και υφίσταται και εφαρμόζεται συμφωνία ανταλλαγής πληροφοριών, ανάλογης με την ανταλλαγή πληροφοριών, κατόπιν αιτήσεως που προβλέπεται στην Οδηγία 2011/16/ΕΕ, η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται, εκτός εάν η εγκατάσταση ή η οικονομική δραστηριότητα του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας συνιστά επίπλαστη κατάσταση, που δημιουργήθηκε με ουσιαστικό σκοπό την αποφυγή του αναλογούντος φόρου.
  2. Οι ακόλουθες κατηγορίες εισοδήματος λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του στοιχείου γ” της παραγράφου 1, εφόσον άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) της αντίστοιχης κατηγορίας εισοδήματος του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας προέρχεται από συναλλαγές με τη φορολογούμενη εταιρεία ή τα συνδεδεμένα με αυτή πρόσωπα: α) τόκοι ή οποιοδήποτε άλλο εισόδημα παράγεται από χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, β) δικαιώματα ή οποιοδήποτε άλλο εισόδημα παράγεται από πνευματική ιδιοκτησία, γ) μερίσματα και εισόδημα από τη μεταβίβαση μετοχών, δ) εισόδημα από κινητά περιουσιακά στοιχεία, ε) εισόδημα από ακίνητη περιουσία, εκτός εάν το κράτος του φορολογούμενου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας δεν θα είχε δικαίωμα να φορολογήσει το εισόδημα βάσει συμφωνίας που έχει συναφθεί με τρίτη χώρα, στ) εισόδημα από ασφαλιστικές, τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες.
  3. Οι κατηγορίες εισοδήματος που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο υπολογίζονται στη βάση του φορολογικού έτους και με το φορολογικό συντελεστή που ισχύει για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων σύμφωνα με το Δεύτερο Μέρος του παρόντα Κώδικα ή με το φορολογικό συντελεστή που ισχύει για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα των νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων σύμφωνα με το Τρίτο Μέρος, κατά περίπτωση.

Παράδειγμα ελέγχου

  • Σε έλεγχο που διενεργήθηκε σε ελληνική μεταφορική εταιρεία διαπιστώθηκε η παροχή υπηρεσιών μεταφοράς σε Βουλγάρικη μεταφορική εταιρεία για μεταφορά εντός ελληνικού εδάφους

Παράδειγμα ελέγχου,σελ. 2

Συγκεκριμένα :

  • Έγιναν μεταφορές από την Ηγουμενίτσα σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος
  • Τις μεταφορές εκτέλεσε η ελληνική εταιρεία
  • Τα παραστατικά εκδόθηκαν προς βουλγάρικη εταιρεία
  • Η βουλγάρικη εταιρεία εξέδωσε παραστατικά προς τους παραλήπτες των εμπορευμάτων
  • Η εξόφληση των παραστατικών που εκδόθηκαν από την ελληνική προς την βουλγάρικη εταιρεία έγινε από Έλληνα κάτοικο Ελλάδας.
  •  

Παράδειγμα ελέγχου,σελ. 3

Ενέργειες του ελέγχου :

  • Ζητήσαμε από την ελληνική εταιρεία να δηλώσει με ποιο φυσικό πρόσωπο συναλλάσσεται (άρθρο 23, Ν.4174/2013), δηλαδή με ποιον γίνονται οι συνεννοήσεις για τις μεταφορές, ποιος διενεργεί τις πληρωμές, πως λαμβάνονται οι εντολές μεταφορές π.χ. e-mail κλπ.
  • Αναζητήσαμε μέσω συστήματος ελέγχων elenxis τα στοιχεία του προσώπου που συναλλασσόταν με την ελληνική μεταφορική εταιρεία και διαπιστώσαμε ότι πρόκειται για φορολογικό κάτοικο Ελλάδας.
  • Ζητήσαμε μέσω διοικητικής συνδρομής από τις φορολογικές αρχές της Βουλγαρίας να μας απαντήσουν σε συγκεκριμένα ερωτήματα που θέσαμε :

Παράδειγμα ελέγχου,σελ. 4

  • Ποιος είναι ο μέτοχος ή οι μέτοχοι της εταιρείας
  • Αν η εταιρεία έχει στην κατοχή της φορτηγά
  • Αν η εταιρεία έχει εγκαταστάσεις που να πληρούν τις προϋποθέσεις άσκησης δραστηριότητας
  • Αν η εταιρεία έχει προσωπικό
  • Με ποιους τρόπους η εταιρεία επικοινωνεί με τους συναλλασσόμενούς της, π.χ. εάν διατηρεί λογαριασμό e-mail, αναλυτική κατάσταση κλήσεων εταιρικού τηλεφωνικού λογαριασμού κλπ
  •  

Παράδειγμα ελέγχου,σελ. 5

  • Η φορολογικές αρχές της Βουλγαρίας απάντησαν ότι η εταιρεία έχει μοναδικό εταίρο τον Έλληνα, φορολογικό κάτοικο Ελλάδας που έδινε της εντολές μεταφοράς και διενεργούσε τις εξοφλήσεις που είχαμε διαπιστώσει, επίσης απάντησε ότι η εταιρεία δεν είχε προσωπικό, φορτηγά, στεγαζόταν σε ένα μικρό γραφείο δεν είχε έξοδα λειτουργίας όπως τηλέφωνα, βενζίνες κλπ. Ουσιαστικά πρόκειται για εταιρεία σφραγίδα.

Παράδειγμα ελέγχου,σελ. 6

Σύμφωνα με το άρθρο 38 του Ν.4174/2013 :

  • Κατά τον προσδιορισμό φόρου, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα. Οι εν λόγω διευθετήσεις αντιμετωπίζονται, για φορολογικούς σκοπούς, με βάση τα χαρακτηριστικά της οικονομικής τους υπόστασης.
  • Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «διευθέτηση» νοείται κάθε συναλλαγή, δράση, πράξη, συμφωνία, επιχορήγηση, συνεννόηση, υπόσχεση, δέσμευση ή γεγονός. Μια διευθέτηση μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από ένα στάδια ή μέρη.
  • 3. Για    τους     σκοπούς της παραγράφου 1, η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας. Για τον καθορισμό του τεχνητού ή μη χαρακτήρα μιας διευθέτησης ή σειράς διευθετήσεων, η Φορολογική Διοίκηση εξετάζει εάν αυτές αφορούν μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες καταστάσεις:     α) ο νομικός χαρακτηρισμός των μεμονωμένων σταδίων από τα οποία αποτελείται μια διευθέτηση είναι ασυμβίβαστος με τη νομική υπόσταση της διευθέτησης στο σύνολό της

             β) η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων εφαρμόζεται κατά τρόπο που δεν συνάδει με μια συνήθη επιχειρηματική συμπεριφορά

             γ) η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων περιλαμβάνει στοιχεία που έχουν ως αποτέλεσμα την αλληλοαντιστάθμιση ή την αλληλοακύρωσή τους

            δ) η σύναψη συναλλαγών είναι κυκλικού χαρακτήρα

            ε) η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων οδηγεί σε σημαντικό φορολογικό πλεονέκτημα αλλά αυτό δεν αντανακλάται στους επιχειρηματικούς κινδύνους, τους οποίους αναλαμβάνει ο φορολογούμενος ή στις ταμειακές ροές του

           στ) το αναμενόμενο περιθώριο κέρδους πριν από το φόρο είναι σημαντικό σε σύγκριση με το ύψος του αναμενόμενου φορολογικού πλεονεκτήματος

  1. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ο στόχος μιας διευθέτησης ή σειράς διευθετήσεων συνίσταται στην αποφυγή της φορολόγησης, εφόσον, ανεξαρτήτως από τις υποκειμενικές προθέσεις του φορολογούμενου αντίκειται στο αντικείμενο, στο πνεύμα και στο σκοπό των φορολογικών διατάξεων που θα ίσχυαν σε άλλη περίπτωση.
  2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ένας δεδομένος στόχος πρέπει να θεωρείται κρίσιμος, εφόσον οποιοσδήποτε άλλος στόχος που αποδίδεται ή θα μπορούσε να αποδοθεί στη διευθέτηση ή στη σειρά διευθετήσεων φαίνεται αμελητέος, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων της υπόθεσης.
  3. Για να καθοριστεί εάν η διευθέτηση ή η σειρά διευθετήσεων έχει οδηγήσει σε φορολογικό πλεονέκτημα με την έννοια της παραγράφου 1, η Φορολογική Διοίκηση συγκρίνει το ύψος του οφειλόμενου φόρου από τον φορολογούμενο, λαμβάνοντας υπόψη την εν λόγω διευθέτηση, με το ποσό που θα όφειλε ο ίδιος φορολογούμενος υπό τις ίδιες συνθήκες, εν απουσία της εν λόγω διευθέτησης.

Πόρισμα ελέγχου

  • Επιβολή φόρου εισοδήματος
  • Επιβολή ΦΠΑ
  • Μη αναγνώριση δαπανών ληπτών των παραστατικών της βουλγάρικης εταιρείας

Πέτρος Κουρφαλίδης- Υπάλληλος Υπουργείου Οικονομικών

 

25

Απρ

2015

Διευκρινίσεις σχετικά με τις επιδόσεις και τον χειρισμό δικαστικών προσφυγών κατά αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών

14 Φεβρουαρίου, 2015

 

Κατόπιν σχετικών προβλημάτων που διαρκώς αναφύονται από την μη κατανόηση των διαδικασιών και διατάξεων αναφορικά με τις επιδόσεις και τον χειρισμό δικαστικών προσφυγών κατά αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορώ , Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων παρείχε τις ακόλουθες διευκρινίσεις, για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών και την ορθή τήρηση της προδικαστικής διαδικασίας, καθώς και την αποφυγή άσκοπων ενεργειών και συνακόλουθα καθυστερήσεων.

Αθήνα, 05.02.2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ     Αρ.  Πρωτ.       Δ.Ε.Δ.           Β1 1018278 ΕΞ 2015

                                                                         

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ                                  ΠΡΟΣ: Ως   Π.Δ.

ΤΜΗΜΑ Β1

Τηλέφωνα: 210- 9525111, 9576882,3

Πληρ: Α. Τσούτσουρα

Ταχ. Δ/νση: Αριστογείτονος 19, Καλλιθέα

Ταχ. Κωδ. : 17671 – Αθήνα e-mail: vee.nv@mofadm.gr

ΘΕΜΑ: «Διευκρινίσεις σχετικά με τις επιδόσεις και τον χειρισμό δικαστικών προσφυγών κατά αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών»

Κατόπιν σχετικών προβλημάτων που διαρκώς αναφύονται από την μη κατανόηση των διαδικασιών και διατάξεων αναφορικά με το ανωτέρω θέμα, παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις με το παρόν, για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών και την ορθή τήρηση της προδικαστικής διαδικασίας, καθώς και την αποφυγή άσκοπων ενεργειών και συνακόλουθα καθυστερήσεων:

Α. ΙΣΧΥΟΝ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

  1. Με τις διατάξεις του άρθρου 70Β” του 2238/1994 (ως αυτό προσετέθη με τον ν.4152/2013 ΦΕΚ 107 Α”) εισήχθη ο νέος θεσμός της ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον της νεοσυσταθείσας Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης για κάθε πράξη της φορολογικής διοίκησης, που εκδίδεται μετά την 1.8.2013, καθώς με αυτές προβλέφθηκε ότι «Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη φορολογική αρχή, οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα την επανεξέταση της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων…»
  2. Στη συνέχεια, με την Δ6Α 1118225 ΕΞ 2013/24-07-2013 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (ΦΕΚ 1893/01-08-2013) καθορίστηκαν οι αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης, ενώ με την Δ6Α1198069 ΕΞ 2013/30.12.2013 Απόφαση του ιδίου (ΦΕΚ 3367/31.12.2013), αυτή μετονομάστηκε σε Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.).
  3. Ακολούθως με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) προβλέφθηκε ότι, στην ίδια Ειδική Διοικητική Διαδικασία-Ενδικοφανή Προσφυγή εμπίπτουν, εκτός των ρητών, και οι σιωπηρές πράξεις των Φορολογικών Αρχών.
  4. Για την εφαρμογή των προαναφερόμενων διατάξεων εκδόθηκαν ήδη οι ΠΟΛ. 1209 και 1002/2013 Αποφάσεις, καθώς και οι ΠΟΛ.1211/2013, 1069/2014 και 1086/2014 Εγκύκλιοι της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Παράλληλα για πληρέστερη ενημέρωση πολιτών και φορέων, αναρτήθηκαν αυτές με αναλυτικότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα της ΓΓΔΕ «www.publicrevenue.gr» (στο πεδίο «Ανακοινώσεις»).
  5. Περαιτέρω, οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων διευρύνθηκαν με διατάξεις μεταβατικού χαρακτήρα και ειδικότερα:

α. Με τις διατάξεις του άρθρου 50 του ν.4223/2013 προστέθηκε παράγραφος 10 στο άρθρο 66 του Κ.Φ.Δ με την οποία ορίζεται ότι «Σε περίπτωση έκδοσης απόφασης διοικητικού δικαστηρίου με την οποία κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση ενδίκου βοηθήματος ή μέσου και αναπέμπεται η υπόθεση στη Φορολογική Διοίκηση για να τηρηθεί η διαδικασία διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, το αίτημα για διοικητική επίλυση εξετάζεται από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδεχθεί την προσβαλλόμενη πράξη εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της δικαστικής απόφασης ή σχετικής πρόσκλησης της Φορολογικής Διοίκησης».

β. Ακολούθως, με τις διατάξεις του άρθρου 50 του ν.4238/14 (ΦΕΚ Α’ 38/17-2-2014) δόθηκε η δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις όπως αυτές έχουν εξειδικευτεί και στην ΠΟΛ 1066/27-2-14 Εγκύκλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, να εισαχθούν ενώπιον της ΔΕΔ ενδικοφανείς υποθέσεις της 70Α”, οι οποίες, είτε ήταν εκκρεμείς την 31-12-13, είτε εξετάστηκαν και αναπέμφθηκαν στη Φορολογική Διοίκηση και

γ. Με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθ. 184 του Ν.4261/2014 (σχετική η ΠΟΛ. 1142/2014) προστέθηκε στο άρθρο αυτό και η περίπτωση των υποθέσεων που είχαν εισαχθεί στην Επιτροπή της 70Α” με αίτημα διοικητικού συμβιβασμού και δεν εξετάστηκαν από αυτήν έως τις 31/12/2013, εφόσον ο φορολογούμενος δεν είχε ασκήσει ή είχε παραιτηθεί από τη σχετική προσφυγή στα Διοικητικά Δικαστήρια.

  1. Περαιτέρω, με τις παρακάτω διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προβλέπονται αντιστοίχως τα εξής:

α. Με την παρ. 2 του άρθρου 63 ότι «Στις περιπτώσεις που από το νόμο προβλέπεται, κατά της πράξης ή της παράλειψης, διοικητική προσφυγή, η οποία ασκείται, μέσα σε ορισμένη προθεσμία, ενώπιον του ίδιου ή ιεραρχικώς προϊσταμένου ή άλλου ειδικώς κατεστημένου, οργάνου, και συνεπάγεται τον έλεγχο της πράξης ή της παράλειψης κατά το νόμο και την ουσία (ενδικοφανής προσφυγή), το ένδικο βοήθημα της προσφυγής ασκείται πα   ραδεκτώς μόνο κατά της πράξης που εκδίδεται για την ενδικοφανή προσφυγή», ενώ στην παρ. 4 ότι «Αν παρέλθει η προθεσμία που τάσσει τυχόν ειδικώς ο νόμος προς έκδοση απόφασης για την ενδικοφανή προσφυγή ή, σε περίπτωση που δεν τάσσεται τέτοια προθεσμία, αν παρέλθει άπρακτο τρίμηνο από την άσκησή της, το ένδικο βοήθημα της προσφυγής ασκείται κατά της, τεκμαιρόμενης από την πάροδο της προθεσμίας, απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής».

β. Επιπροσθέτως, το άρθρο 49 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προβλέπει ότι «1. Οι επιδόσεις δικογράφων προς το Δημόσιο γίνονται στον Υπουργό Οικονομικών…2. Κατ” εξαίρεση, στις φορολογικές εν γένει διαφορές οι επιδόσεις προς το Δημόσιο γίνονται προς την αρχή που εξέδωσε τη σχετική πράξη ή που παρά το νόμο παρέλειψε την έκδοσή της….4. Οι κατά τις προηγούμενες παραγράφους επιδόσεις γίνονται στο κατάστημα που εδρεύουν οι οικείες υπηρεσίες και κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες».

γ. Τέλος στην παρ. 1 εδ. β” του άρθρου 126 προβλέπεται ότι «Στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές απαιτείται επί ποινή απαραδέκτου της άσκησής τους, η επίδοση επικυρωμένου αντιγράφου του δικογράφου της προσφυγής, με επιμέλεια του διαδίκου στην αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη ή που, παρά το νόμο, παρέλειψε την έκδοσή της, μέσα σε προθεσμία είκοσι ημερών από τη λήξη της προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής».

Β. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΙΣΧΥΟΥΣΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ

Από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων καθίσταται σαφές ότι:

  • Ο υπόχρεος εφόσον αμφισβητεί πλέον πράξεις των φορολογικών αρχών, ρητές ή σιωπηρές, οφείλει, επί ποινή απαραδέκτου, πριν από την προσφυγή του στα Δικαστήρια, να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών.
  • Στη συνέχεια ο υπόχρεος δύναται να ασκήσει παραδεκτώς δικαστική προσφυγή μόνο κατά της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής και άρα σε αυτήν πρέπει να επιδίδουν οι προσφεύγοντες τα σχετικά δικόγραφα κατά τις διατάξεις του Κ.Δ.Δ., καθώς και οι γραμματείς των Διοικητικών Δικαστηρίων τις σχετικές κλήσεις προσδιορισμού δικασίμου.

Ειδικότερα επισημαίνουμε τα εξής:

  1. Παρά το με αρ. πρωτ. Δ.Ε.Δ. 0019191 ΕΞ2014/23-05-2014 έγγραφό μας που απεστάλη προς την Γενική Επιτροπεία Διοικητικών Δικαστηρίων, από την οποία διαβιβάστηκε ακολούθως σε όλα τα Διοικητικά Δικαστήρια της Επικράτειας, έχει παρατηρηθεί ότι τα Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας επιδίδουν τις κλήσεις προσδιορισμού δικασίμου (άρθρο 128 Κ.Δ.Δ.) στο σύνολο σχεδόν των πρόσωπων στα οποία απευθύνεται το δικόγραφο της προσφυγής (προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. ή του ελεγκτικού κέντρου που εξέδωσε την αρχικώς προσβαλλόμενη με την ενδικοφανή προσφυγή πράξη, Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για λογαριασμό του Υπουργού Οικονομικών κλπ), ενίοτε μάλιστα χωρίς καν να γίνεται η επίδοση της κλήσης και στην Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, εκδούσα αρχή της προσβαλλόμενης πλέον με τη δικαστική προσφυγή πράξης (ακόμα και αν ορθώς αναφέρεται αυτή στο προοίμιο του δικογράφου της προσφυγής), με αποτέλεσμα να ενημερώνεται η ΔΕΔ με καθυστέρηση (τυχαίως κάποιες φορές και ήδη σε κάποιες περιπτώσεις μετά την αναβολή της δίκης λόγω μη αποστολής φακέλου της Διοίκησης εξ αυτού του λόγου) από τη Δ.Ο.Υ. ή με τη διαβίβαση της κλήσης σε αυτήν από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Αντίθετα, σε άλλες περιπτώσεις που η ανωτέρω Υπηρεσία δεν είναι διάδικος, έχει παρατηρηθεί επιμονή δικηγόρων και δικαστικών επιμελητών να επιδίδουν και σε αυτήν.

Ιδιαίτερα διαπιστώθηκε ότι γίνονται πολλές παρανοήσεις στις περιπτώσεις που εμπροθέσμως και παραδεκτώς είχε ασκηθεί η σχετική δικαστική προσφυγή κατά σιωπηρών ή ρητών πράξεων ή αποφάσεων της καταργηθείσας Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών (Ε.Δ.Ε.Φ.Δ.), του άρθρου 70Α” του ν.2238/1994 -στην δικαιοδοσία της οποίας μπορούσαν να υπαχθούν πράξεις των Φορολογικών Αρχών που εκδόθηκαν μέχρι 31.7.2013- για τις οποίες αυτή είχε καταληκτική ημερομηνία εξέτασης την 31η Δεκεμβρίου 2013 και ακολούθως η κοινοποίησή τους έγινε εντός του τρέχοντος έτους. Εσφαλμένα εκλαμβάνεται στις περιπτώσεις αυτές, ότι η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης του άρθρου 70 Β” του Ν.2238/1994 (και ακολούθως η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών) είναι «διάδοχός της» και συνεπώς χωρίς λόγο γίνονται στην ανωτέρω Υπηρεσία μας επιδόσεις, αφενός των οικείων προσφυγών που ασκούνται στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια κατά αποφάσεων και πράξεων της Ε.Δ.Ε.Φ.Δ. που δεν έχουν εισαχθεί με τις μεταβατικές διατάξεις ενώπιον της Υπηρεσίας και αφετέρου των αντίστοιχων κλήσεων προσδιορισμού δικασίμου, ενώ στις περιπτώσεις αυτές οι επιδόσεις θα πρέπει να γίνονται στην κατά τόπον αρμόδια φορολογική αρχή που είχε εκδώσει και τις αρχικά προσβαλλόμενες πράξεις.

  1. Ενόψει των ανωτέρω συνηθισμένων προβλημάτων στην πρακτική επίδοσης των δικογράφων των προσφυγών και των σχετικών κλήσεων, παρακαλούνται οι Δ.Ο.Υ. και τα ελεγκτικά κέντρα, στα οποία εκ παραδρομής και ως εκ του περισσού επιδίδονται τα ανωτέρω, στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης – και παρά το γεγονός ότι τέτοιες επιδόσεις μπορεί να κριθούν μη σύννομες – να επικοινωνούν τηλεφωνικά με την Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, προκειμένου να διευκρινιστεί αν έχει γίνει σχετική επίδοση και στην διάδικο υπηρεσία, ώστε να παρακολουθείται ορθώς η πορεία των υποθέσεων και να αποστέλλονται οι διοικητικοί φάκελοι και οι απόψεις στα δικαστήρια από αυτήν, όπου και όταν αυτό προβλέπεται.

Αντιστοίχως τονίζεται ότι πρέπει να υπάρχει τηλεφωνική επικοινωνία και συνεννόηση με τη Δ.Ε.Δ. και για τις δικαστικές προσφυγές κατά σιωπηρών απορριπτικών αποφάσεων της Υπηρεσίας μας που εκ παραδρομής επιδίδονται στις Δ.Ο.Υ., έστω και αν η υποχρέωση για τον χειρισμό αυτών ακολούθως βαρύνει αυτές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΠΟΛ. 1069/2014 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.

  1. Έχει παρατηρηθεί επίσης ότι, τα δικαστικά τμήματα των Δ.Ο.Υ. και των ελεγκτικών κέντρων, παραλείπουν τις απαραίτητες ενέργειες καταχώρησης στο πληροφοριακό σύστημα (TAXIS) των δικαστικών προσφυγών επί αποφάσεων της Δ.Ε.Δ., μολονότι έχουν την σχετική γραπτή ενημέρωση από την υπηρεσία μας για την άσκησή τους, θεωρώντας προφανώς ότι δεν εμπίπτει πλέον στις αρμοδιότητες τους – παρότι δεν έχει προβλεφθεί κάτι σχετικά, οπότε και δεν αναιρείται η υφιστάμενη υποχρέωσή τους.
  2. Τέλος, προσβλέποντας στην κατανόηση και τη συνεργασία και με γνώμονα την απρόσκοπη διεξαγωγή της διοικητικής δίκης, παρακαλείται η Γενική Επιτροπεία Διοικητικών Δικαστηρίων, προς την οποία κοινοποιείται το παρόν έγγραφο, για τις δικές της τυχόν ενέργειες, κατά την κρίση της, προκειμένου να ενημερωθούν σχετικά τα Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Διοικητικά Δικαστήρια της Επικράτειας, τα οποία προς αντιμετώπιση ή επίλυση ειδικότερων προβλημάτων που τυχόν προκύψουν εφεξής, θα ήταν σκόπιμο να επικοινωνούν απευθείας με το Τμήμα Β1 Νομικής Υποστήριξης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών, καθώς και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για την ενημέρωση των Δικαστικών Γραφείων της Περιφέρειας.

 

Η ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜ. ΕΣΟΔΩΝ

Ακριβές Αντίγραφο

Η Προϊσταμένη του Αυτοτελούς

Τμήματος Διοίκησης                                                                          ΑΙΚ. ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ

Π Ι Ν Α Κ Α Σ Α Π Ο Δ Ε Κ Τ Ω Ν Ι. ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

  1. Δ.Ο.Υ.:

α. Δ.Ο.Υ. στις οποίες λειτουργούν Τμήματα Ελέγχου και Δικαστικού β. Δ.Ο.Υ. στις οποίες δεν λειτουργούν Τμήματα Ελέγχου και Δικαστικού

  1. Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης
  2. Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π)
  3. Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ)
  4. Διεύθυνση Υποστήριξης Ηλεκτρονικών Υπηρεσιών (e – υπηρεσίες)

(Με την παράκληση να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Γ.Γ.Δ.Ε.)

ΙΙ. ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

  1. Αποδέκτες Πίνακα Α’ (πλην περ. 4)
  2. Αποδέκτες Πίνακα ΣΤ’ (μόνο περ. 1,2 και 3))
  3. Αποδέκτες Πίνακα Η’ (πλην περ. 4, 10 και 11)
  4. Γενική Γραμματεία Υπουργείου Δικαιοσύνης
  5. Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων- Λ. Ριανκουρ 85, Τ.Κ.115 24, Αθήνα
  6. Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Ν.Σ.Κ.)- Ακαδημίας 68 & Χ. Τρικούπη, Τ.Κ. 10678 Αθήνα
  7. Αποδέκτες Πίνακα IA”, – μόνο περ. ΙΙ Δικηγορικοί Σύλλογοι
  8. Ομοσπονδία Δικαστικών Επιμελητών Ελλάδας
  9. Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.)

Ξενοφώντος 5, Τ.Κ. 105 57 Αθήνα

  1. Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος Αριστοτέλους 46, Πεδίο Άρεως Τ.Κ. 104 33 Αθήνα
  2. Π.Ο.Ε. – Δ.Ο.Υ. – Λεωχάρους 2, Τ.Κ.105 62 Αθήνα
  3. Περιοδικό «Φορολογική Επιθεώρηση» – Λεωχάρους 2, Τ.Κ.105 62 Αθήνα

ΙΙΙ. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΑΝΟΜΗ

  1. Γραφείο Υπουργού
  2. Γραφείο Υφυπουργού
  3. Γραφείο Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων
  4. Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων Γ.Γ.Δ.Ε.
  5. Γραφείο Πληροφόρησης Πολιτών
  6. . Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών Αριστογείτονος 19 – Τ.Κ. 176 71 Τμήματα Β’1 και Β’2 (από 2 αντίγραφα) και Τμήμα Διοικητικής Υποστήριξης

 

25

Απρ

2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΝΟΙΓΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΛΩΣΕΩΝ Ε9

9 Φεβρουαρίου, 2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΝΟΙΓΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΔΗΛΩΣΕΩΝ Ε9

Από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ανακοινώνεται ότι από 23-01­2015 είναι διαθέσιμη η εφαρμογή για την υποβολή δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) έτους 2015 μέσω διαδικτύου. Στη δήλωση αυτή αναγράφονται οι μεταβολές που επήλθαν στην ακίνητη περιουσία του φορολογουμένου (φυσικού ή νομικού προσώπου) καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους 2014 και ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2015. Για παράδειγμα, αν τον Ιανουάριο 2014 αποκτήθηκε ακίνητο, το οποίο στη συνέχεια, τον Ιούνιο 2014, μεταβιβάσθηκε, το ακίνητο αυτό δεν θα περιληφθεί στη δήλωση Ε9. Αντίθετα, αν μέσα στο 2014 αποκτήθηκε ακίνητο, το οποίο υπάρχει την 1η Ιανουαρίου 2015, το ακίνητο αυτό θα περιληφθεί στη δήλωση Ε9 έτους 2015 και θα πρέπει να μεταφερθεί και στην περιουσιακή κατάσταση του επόμενου έτους.

Επίσης, από 23-01-2015 είναι διαθέσιμη και η ηλεκτρονική εφαρμογή για τη διαρκή ενημέρωση των μεταβολών της περιουσιακής κατάστασης (Ε9 έτους 2016), μέσω της οποίας ο φορολογούμενος αναγράφει μεταβολή που επήλθε στην ακίνητη περιουσία του εντός τριάντα (30) ημερών από την ημέρα αυτής. Για παράδειγμα, αν μέσα στον Ιανουάριο 2015 αποκτήθηκε ακίνητο, το ακίνητο αυτό θα δηλωθεί στη δήλωση Ε9 μέσα σε 30 ημέρες από την απόκτησή του. Αν στη συνέχεια το ακίνητο αυτό μεταβιβασθεί τον Ιούνιο 2015, μέσα σε 30 ημέρες θα πρέπει να δηλωθεί η μεταβολή, ώστε την 1η Ιανουαρίου 2016 να απεικονίζεται η περιουσιακή κατάσταση του φορολογουμένου κατά την ημερομηνία αυτή.

Επισημαίνεται ότι πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή του έτους που ο φορολογούμενος επιθυμεί να υποβάλει τη δήλωσή του, γιατί εσφαλμένη επιλογή θα επιφέρει τη διαχρονικά μη ορθή ενημέρωση του Περιουσιολογίου Ακινήτων και θα επισύρει και την τυχόν επιβολή κυρώσεων.

 

24

Απρ

2015

ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 4257 (ΦΕΚ Α 93/14.4.2014)Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Εσωτερικών – Ρύθμιση οφειλών προς τους Δήμους

16 Ιουλίου, 2014

Άρθρο 51

 1. Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους δήμους δύνανται να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται ως ακολούθως:

 Α) Όσες ληξιπρόθεσμες οφειλές έχουν βεβαιωθεί έως 31.12.2009 υπάγονται στις ρυθμίσεις των σχετικών διατάξεων του ν. 3801/2009.

 Β) Όσες ληξιπρόθεσμες οφειλές έχουν βεβαιωθεί από 1.1.2010 δύνανται να ρυθμίζονται ως  ακολούθως:

 α) Εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων.

 β) Για οφειλές μέχρι 5.000,00 ευρώ σε είκοσι τέσσερις (24) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων και υπό την προϋπόθεση ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των 100 ευρώ.

 γ) Για οφειλές από 5.000,01 ευρώ μέχρι 10.000,00 ευρώ σε σαράντα οκτώ (48) δόσεις με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων.

 δ) Για οφειλές από 10.000,01 ευρώ μέχρι 20.000,00 ευρώ σε εβδομήντα δύο (72) δόσεις με απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων.

 ε) Για οφειλές από 20.000,01 ευρώ και πάνω σε εκατό (100) δόσεις με απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και των προστίμων. Είναι δυνατή η καταβολή των οφειλών σε λιγότερες των ανωτέρω προβλεπόμενων δόσεων ύστερα από σχετική αίτηση του οφειλέτη και κατά τη διαδικασία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Οι δόσεις είναι μηνιαίες και ισόποσες πλην της τελευταίας που μπορεί να είναι μικρότερη των υπολοίπων και επιβαρύνονται με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες υπολογίζονται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, πλέον οχτώ εκατοστιαίων μονάδων ετησίως υπολογισμένο, το οποίο και παραμένει σταθερό καθ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.

 2. Στην παρούσα ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, συμπεριλαμβανομένων των μισθωμάτων με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, τόκους υπερημερίας, ή τυχόν προβλεπόμενες λοιπές ρήτρες που τις επιβαρύνουν μέχρι την ημερομηνία αυτή, χωρίς δικαίωμα του οφειλέτη να ζητήσει την εξαίρεση μέρους αυτών.

 Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:

 α) οφειλές από κάθε είδους πρόστιμα αυθαίρετων κατασκευών,

 β) οφειλές υπαγόμενες σε καθεστώς ειδικότερων, ευνοϊκότερων προβλέψεων περί καταβολής σε δόσεις. Σε κάθε περίπτωση η εν λόγω εξαίρεση δεν ισχύει στην εφάπαξ εξόφληση των οφειλών μεαπαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής.

 3. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται στον οικείο Δήμο, το  αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση το αίτημα εξετάζεται από την οικονομική επιτροπή του δήμου, η οποία αποφαίνεται μετά από σχετική εισήγηση του προϊσταμένου της οικονομικής υπηρεσίας του δήμου.

 4. Η εξόφληση ή η πρώτη δόση της ρυθμιζόμενης οφειλής καταβάλλεται εντός τριών εργάσιμων  ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση και σε περίπτωση μη  καταβολής τους η αίτηση θεωρείται ως μη υποβληθείσα, μη επιτρεπομένης της υποβολής νέας  αίτησης. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων  μηνών, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

 5. Εφόσον ο οφειλέτης επιθυμεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, παρέχεται η δυνατότητα χορήγησης απαλλαγής κατά ποσοστό επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται, με απόφαση του αρμόδιου οργάνου της παραγράφου 3 της παρούσας.

 6. Στη ρύθμιση υπάγονται, μετά από επιλογή του οφειλέτη και:

 α) ληξιπρόθεσμες οφειλές που τελούν, μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή  στη ρύθμιση, σε διοικητική ή δικαστική αναστολή,

 β) ληξιπρόθεσμες οφειλές που έχουν υπαχθεί σε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής κατά τις  διατάξεις των άρθρων 13-21 του ν. 2648/1998 (Α 238) ή άλλη ρύθμιση, των οποίων οι όροι  τηρούνται κατά την υποβολή του αιτήματος για υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση,

 γ) οφειλές που μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση εκκρεμούν  στα δικαστήρια μετά από άσκηση προσφυγής ή έφεσης από τον υπόχρεο, καθώς και οφειλές οι  οποίες εκκρεμούν ενώπιον των Επιτροπών Επίλυσης Φορολογικών διαφορών του άρθρου 32 του ν. 1080/1980 ή έχουν συζητηθεί και οι προτάσεις δεν έχουν εισαχθεί προς συζήτηση στο οικείο δημοτικό συμβούλιο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 7. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, εφόσον τηρούνται με συνέπεια οι όροι αυτής και ο οφειλέτηςέχει καταβάλλει το τριάντα τοις εκατό (30%) της ρυθμιζόμενης οφειλής του:

 α) Ο δήμος προβαίνει σε εντολή άρσης της δέσμευσης χορήγησης αποδεικτικού φορολογικήςενημερότητας προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. και σε εντολή για επαναδέσμευση αυτής σε περίπτωσηκαθυστέρησης καταβολής έστω και μίας εκ των δόσεων.

 β) Ο οφειλέτης καθίσταται δημοτικά ενήμερος κατά την έννοια του άρθρου 285 του ν. 3463/2006(ΚΔΚ). Με την καταβολή της πρώτης δόσης αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικήςεκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη πουρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις πουέχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμωςποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δενπιστώνονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

 8. Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στηρύθμιση της παρούσας παραγράφου, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησηςαυτής και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολήςοποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη τηςτελευταίας δόσης αυτής.

 9. Πρόσωπα που ευθύνονται, μαζί με τον πρωτοφειλέτη για την καταβολή μέρους οφειλήςδικαιούνται να ρυθμίσουν μόνο το μέρος αυτό της οφειλής με τις παρούσες διατάξεις.

 10. Η καθυστέρηση πληρωμής μιας δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με προσαύξηση δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Η δόση αυτή με την αναλογούσα προσαύξηση πρέπει να καταβληθείτο αργότερο μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης.

 11. Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξης του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:

 α) δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς,

 β) καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός μήνα,

 γ) δεν υποβάλλει στο δήμο τις προβλεπόμενες δηλώσεις για την επιβολή του τέλους επί των ακαθαρίστων εσόδων και του τέλους παρεπιδημούντων, μετά των περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α.και του εκκαθαριστικού, καθώς και τη δήλωση περί μεταβολής της ακίνητης περιουσίας που προβλέπεται από τις σχετικώς ισχύουσες διατάξεις,

 δ) δεν είναι ενήμερος στις οφειλές του από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά,

 ε) έχει υποβάλει αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.

 12. Ποσά που έχουν καταβληθεί μέχρι την υποβολή της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση δεν επιστρέφονται ούτε συμψηφίζονται.

 13. Στις ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοτικού Φόρου Δωδεκανήσου.

 14. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από την ψήφιση του.

24

Απρ

2015

ν.4261/5.5.2014 άρθρο 184&9: Επιτρεπτή η εξόφληση φόρου κληρονομιάς με μεταβίβαση στο δημόσιο κληρονομιαίου ή άλλου ακινήτου.

6 Μαΐου, 2014

Με το άρθρο 184&9 του ν.4261 /5.5.2014(ΦΕΚ τεύχος Α 107) που τιτλοφορείται «Πρόσβαση στη δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ), κατάργηση του ν. 3601/2007 και άλλες διατάξεις» προβλέπεται η δυνατότητα εξόφλησης του συνόλου ή μέρους οφειλόμενου φόρου κληρονομίας από οφειλέτη, που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει σε μετρητά, με μεταβίβαση στο δημόσιο της πλήρους κυριότητας ολοκλήρου αξιόλογου ακινήτου . Συγκεκριμένα η νέα και ρύθμιση έχει ως εξής :

9. Η παράγραφος 6 του άρθρου 82 του Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2961/2001 (Α΄ 266) αντικαθίσταται ως εξής:«6. Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλόμενου φόρου κληρονομιάς από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά, μετά από αίτησή του, με μεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο της πλήρους κυριότητας ολοκλήρου αξιόλογου κληρονομιαίου ή άλλου ακινήτου, το οποίο βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης και δεν βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, αγωγή ή άλλο βάρος. Σε καμία περίπτωση δεν αποδίδεται στον οφειλέτη η τυχόν διαφορά μεταξύ της αξίας του ακινήτου που προσφέρεται και του φόρου κληρονομιάς που οφείλεται. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου

Έχει ενδιαφέρον να δούμε πως ακριβώς θα εφαρμοστεί η συγκεκριμένη διάταξη , ιδίως αναφορικά με την ερμηνεία των όρων «αδυναμία» καταβολής με μετρητά και φυσικά του «αξιόλογου» ακινήτου και του τρόπου αποτίμησης της αξίας αυτού. Θα είναι επιπλέον μια διαδικασία που θα εφαρμόζεται άμεσα ή μέχρι να ληφθεί η σχετική απόφαση θα έχει επιβαρυνθεί με τόσους τόκους ο φόρος ώστε να τελικά να μεταβιβάζεται στο δημόσιο ακίνητο μεγαλύτερης αξίας από το πραγματικό χρέος. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και με την υφιστάμενη  πρόβλεψη ότι τυχόν διαφορά της αξίας του ακινήτου και του οφειλόμενου φόρου δεν αποδίδεται η οποία σαφώς επιδέχεται σοβαρής συζήτησης  και αντίλογου, η ρύθμιση ειδικά για το φόρο κληρονομιάς είναι στη σωστή κατεύθυνση.

Μαρούσα Πρωτοπαπαδάκη-Δικηγόρος

 

24

Απρ

2015

Παρακράτηση φόρου 20%για αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες μόνο αν η συναλλαγή υπερβαίνει τα 300

29 Απριλίου, 2014  Με την παράγραφο Δ  υποπαρ.1  περ 16 άρθρου πρώτου  Ν. 4254/2014(ΦΕΚ Α 85/7.4.2014) προστέθηκε η παρ. 8 στο άρθρο 64 του Ν. 4172/2013  και πλέον αναφορικά με την παρακράτηση  φόρου   20%  για αμοιβές για τεχνικά έργα, αμοιβές διοίκησης ,αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες , ορίζεται ότι -με την προϋπόθεση ότι  ο λήπτης είναι  φορολογικός κάτοικος Ελλάδος , η συγκεκριμένη παρακράτηση διενεργείται μόνο εφ” όσον η συναλλαγή υπερβαίνει τα τριακόσια(300) ευρώ .Επιπλέον και σύμφωνα με την περ 23 της ίδιας παραγράφου η έναρξη ισχύος της ανωτέρω τροποποίησης ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2014

Κατηγορία

Πρόσφατα

Αρχείο