Intermediation

5

Jun

2020

Πρακτικός Οδηγός για την διαδικασία της Διαμεσολάβησης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4640/2019..

Ένας πρακτικός οδηγός για τη Διαμεσολάβηση.Ποιές αλλαγές επέφερε ο ν. 4640/2019; Είναι υποχρεωτική η ενημέρωση για τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς με Διαμεσολάβηση; Πώς γίνεται η έγγραφη ενημέρωση; Τι σημαίνει η "υποχρεωτικότητα" στη Διαμεσολάβηση;Για ποιές διαφορές προβλέπεται Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία;Πώς επιλέγεται ο Διαμεσολαβητής;Πώς υποβάλλεται το αίτημα; Ποιά έντυπα χρησιμοποιούνται; Πώς γίνεται η επικοινωνία; Αυτές και άλλες ερωτήσεις και απαντήσεις για μια πρακτική προσέγγιση εφαρμογής των νέων διατάξεων για μη ειδικούς.

8

Dec

2019

N. 4640/2019: Οι νέες ρυθμίσεις για τη Διαμεσολάβηση

Δημοσιεύθηκε μόλις πρόσφατα ο ν. 4640/2019(ΦΕΚ Α 190/30.11.2019)που επαναπροσδιόρισε το πλαίσιο λειτουργίας του θεσμού της Διαμεσολάβησης μέσα από ένα αυτοτελές νομοθέτημα  ,όπως άλλωστε άρμοζε σε μια ξεχωριστή εναλλακτική μέθοδο επίλυσης διαφορών. Αυτό το οποίο κυρίως διαφοροποιείται στη λειτουργία του θεσμού είναι ότι πλέον προβλέπεται , για ορισμένες διαφορές , μια υποχρεωτική αρχική συνεδρία στην οποία τα μέρη ,παριστάμενα μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, ενημερώνονται από έναν διαμεσολαβητή για την διαδικασία της διαμεσολάβησης και για τις βασικές αρχές που  τη διέπουν καθώς και για τη δυνατότητα εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς τους με βάση τις ιδιαιτερότητες της και τη φύση αυτής( άρθρο 2 παρ 5).  Για τις περιπτώσεις αυτές ,εφ’ όσον ακολουθήσει δικαστική αντιδικία ,είναι υποχρεωτικό  για το παραδεκτό συζήτησης της αγωγής να κατατεθεί στο δικαστήριο μαζί με τις προτάσεις συζήτησης της υπόθεσης και το πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης Πέραν αυτής της υποχρεωτικής ενημέρωσης που αφορά και πάλι μόνο τις οικογενειακές διαφορές, τις διαφορές άνω των 30.000€ που υπάγονται στην τακτική διαδικασία του Μονομελούς και όσες υπάγονται στην ίδια διαδικασία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ,καθώς και τις περιπτώσεις που τα ίδια τα μέρη έχουν συμβληθεί εγγράφως σε συμφωνία που περιέχει ρήτρα διαμεσολάβησης, καμία άλλη υποχρεωτική διαδικασία δεν προβλέπεται . Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις όπου θα μπορούσε να εφαρμοστεί ο θεσμός της διαμεσολάβησης, δηλαδή στις περιπτώσεις που τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της διαφοράς τους , δεν υφίσταται υποχρέωση για αυτή την ενημέρωση. Υπάρχει μόνο μια γενική υποχρέωση έγγραφης  ενημέρωσης για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς  καθώς και για την παραπάνω υποχρέωση προσφυγής στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία.

Η προσφυγή ,συνεπώς, στη Διαμεσολάβηση παραμένει εκούσια όπως άλλωστε απαιτεί η ίδια η φύση του θεσμού.

Εφ’ όσον τα μέρη επιλέξουν να επιλύσουν τη διαφορά τους  με διαμεσολάβηση ορίζουν τα ίδια ένα διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής ή αναθέτουν την επιλογή επίσης σε κοινής αποδοχής  τρίτο  .Η διαδικασία της διαμεσολάβησης που ακολουθείται περιγράφεται στο νέο νόμο χωρίς ιδιαίτερες διαφορές από την προϊσχύσασα νομοθεσία. Στη διαδικασία δεν ισχύουν κανόνες δικονομίας ούτε το δίκαιο απόδειξης .Δεν εξετάζονται μάρτυρες . Οι διάδικοι παρίστανται υποχρεωτικά  με τους δικηγόρους τους (με εξαίρεση τις καταναλωτικές διαφορές και τις μικροδιαφορές) Η  ευέλικτη και ελαστική φύση της διαδικασίας επιτρέπει στο Διαμεσολαβητή από κοινού  με τα μέρη να διαμορφώσουν τη διαδικασία ανάλογα με τη φύση της κάθε υπόθεσης.

Ο διαμεσολαβητής δύναται, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να επικοινωνεί με καθένα από τα μέρη και να τα συναντά είτε χωριστά είτε από κοινού. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις επαφές του με το ένα μέρος δεν γνωστοποιούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του μέρους που τις έδωσε.

 Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει κατ’ αρχήν εμπιστευτικό χαρακτήρα, δεν τηρούνται πρακτικά και πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο που να μην παραβιάζει το απόρρητο αυτής, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν άλλως. Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν το απόρρητο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης και εφ’ όσον το επιθυμούν και το απόρρητο του περιεχομένου της συμφωνίας, στην οποία ενδέχεται να καταλήξουν κατά τη διαμεσολάβηση, εκτός αν η γνωστοποίησή του είναι απαραίτητη για την εκτέλεση αυτής ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.

  Εφόσον η διαφορά αχθεί ενώπιον των δικαστηρίων ή σε διαιτησία, ο διαμεσολαβητής, τα μέρη, οι νομικοί παραστάτες αυτών και όσοι συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες και εμποδίζονται να προσκομίσουν στοιχεία που προκύπτουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης ή έχουν σχέση με αυτήν, ιδίως, να αναφερθούν στις συζητήσεις, δηλώσεις και προτάσεις των μερών, καθώς και στις απόψεις του διαμεσολαβητή, παρά μόνο εφόσον τούτο επιβάλλεται από λόγους δημόσιας τάξης, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των ανηλίκων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ακεραιότητα ή η ψυχική υγεία προσώπου.

 Ο νόμος, περαιτέρω, προβλέπει  και για  την αρχική υποχρεωτική συνεδρία  όπου η επιλογή  του διαμεσολαβητή επαφίεται και πάλι στα μέρη , σε περίπτωση ωστόσο διαφωνίας τους ο διορισμός του γίνεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης  μεταξύ όσων διαμεσολαβητών κατοικούν στην περιφέρεια του δικαστηρίου που είναι κατά τόπο αρμόδιο για την εκδίκαση της διαφοράς. Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία τα μέρη υποχρεούνται να παραστούν αυτοπροσώπως εκτός αν αποδεδειγμένα δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία τους( π.χ λόγω σοβαρής ασθένειας) πάντα όμως με τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους .Για το μέρος που δε θα προσέλθει στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία ,ο νέος νόμος προβλέπει και πάλι χρηματική ποινή όχι μικρότερη από 100€ και μέχρι 500€.

Εφ’ όσον τα μέρη αποφασίσουν την υπαγωγή της διαφοράς τους σε διαμεσολάβηση, υπογράφουν μετά την αρχική υποχρεωτική συνεδρία, έγγραφο συμφωνίας υπαγωγής της διαφοράς τους σε διαμεσολάβηση έχοντας τη δυνατότητα να επιλέξουν τον ίδιο ή και διαφορετικό διαμεσολαβητή.

Αν τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία μέσα από τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης  , συντάσσεται Πρακτικό Διαμεσολάβησης  που περιέχει τους όρους της κοινής τους απόφασης . Το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους και κάθε μέρος δικαιούται να παραλάβει από ένα ισόκυρο πρακτικό, το οποίο και δύναται να καταθέσει οποτεδήποτε στη γραμματεία του  καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η  υπόθεση για την οποία έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση. Κατά την κατάθεση υποβάλλεται παράβολο ποσού πενήντα (50) ευρώ, το ύψος του οποίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται Η δαπάνη για το παράβολο βαρύνει τον καταθέτη, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

 Σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από το διαμεσολαβητή, ο οποίος οφείλει να μνημονεύσει ότι τα μέρη δεν κατέληξαν σε συμφωνία.Από την κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου το πρακτικό διαμεσολάβησης, εφόσον περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστεί αναγκαστικά, αποτελεί τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με την περίπτωση ζ` της παρ. 2 του άρθρου 904 του ΚΠολΔ   . Το απόγραφο για την εκτέλεση εκδίδεται,  από τον δικαστή  ή τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου χωρίς να επιβάλλονται άλλα έξοδα Η υποχρέωσης της  αρχικής συνεδρίας για τις οικογενειακές διαφορές καταλαμβάνει αγωγές που θα κατατεθούν από 15 Ιανουαρίου 2020 και μετά  ενώ για τις διαφορές που υπάγονται στην τακτική διαδικασία του Μονομελούς ( με αντικείμενο άνω των 30.000€) και στην αντίστοιχη του Πολυμελούς Πρωτοδικείου αφορά τις αγωγές που θα κατατεθούν από 15 Μαρτίου 2020 και μετά

15

Apr

2018

Μήπως ήρθε η ώρα να εφαρμοστεί η Τραπεζική Διαμεσολάβηση;

Με την με αρ. 27/2014 απόφαση  της Τράπεζας της Ελλάδος , τον γνωστό πλέον Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών ήδη από το Δεκέμβριο του 2014 είχε προσδιοριστεί  το πλαίσιο, οι διαδικασίες , τα χρονοδιαγράμματα και οι προσφερόμενες επιλογές που θα προτείνονται από τις τράπεζες για την εξεύρεση λύσεων σχετικά με τα δάνεια των «συνεργάσιμων» δανειοληπτών που βρίσκονται σε καθυστέρηση .Διατάξεις σχετικά με τις διαδικασίες αξιολόγησης κινδύνου, τις διαδικασίες αξιολόγησης της δυνατότητας αποπληρωμής, κανόνες συμπεριφοράς των τραπεζών με σαφή χρονοδιαγράμματα, όροι επικοινωνίας μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων και δανειστών, οι  ορισμοί του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» και των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» Σκοπός και στόχος του Κώδικα ήταν η σε κάθε περίπτωση επιχείρηση  εξεύρεση της “κατάλληλης λύσης” σε περίπτωση δε αποτυχίας ,  προβλέπονταν ότι η διαφωνία μπορεί να επιλύεται εξωδικαστικά μέσω του Συνηγόρου του Καταναλωτή ή άλλων φορέων με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση ή από τα αρμόδια δικαστήρια. Παράλληλα θεσπίστηκε  συγκεκριμένη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (Δ.Ε.Κ) με κατηγοριοποίηση δανείων και δανειοληπτών και η συγκρότηση Επιτροπής Ενστάσεων στην οποία ορίστηκε  ότι δικαιούται να προσφεύγει ο δανειολήπτης ενώ θεσπίστηκε και η υποβολή της επίσης γνωστής πλέον “Τυποποιημένης Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης”. Μετά τη συγκέντρωση των οικονομικών και άλλων πληροφοριών για τον δανειολήπτη και τη σχετική αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων ,η τράπεζα προβλέφθηκε ότι  θα προτείνει σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εντάσσεται στην έννοια του “συνεργάσιμου” δανειολήπτη μια ή περισσότερες εναλλακτικές λύσεις ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης .Οι συγκεκριμένες προτάσεις θα γνωστοποιούνται στο δανειολήπτη με το προβλεπόμενο “τυποποιημένο έγγραφο πρότασης λύσεων ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης” ,ο δε οφειλέτης  ορίστηκε ότι θα μπορεί να συναινέσει, να αντιπροτείνει ή να αρνηθεί πλήρως.Για την περίπτωση “πολλαπλών πιστωτών”, που δυστυχώς είναι αρκετά συνήθης,  συστήνονταν με τον ΚΔΤ  η επιδίωξη εξεύρεσης κοινά αποδεκτής λύσης

Στο παράρτημα 2 ,μάλιστα, της παραπάνω απόφασης αναφέρθηκαν ενδεικτικά οι πιο συνηθισμένοι τύποι βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων .Τόκοι μόνο, Μειωμένες δόσεις ,Περίοδος χάριτος ,  Αναβολή Πληρωμής Δόσης/Δόσεων , Τακτοποίηση Καθυστερούμενου Υπολοίπου,  Κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών  , Μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου , Μόνιμη μείωση του επιτοκίου,  Αλλαγή Τύπου Επιτοκίου , Παράταση της διάρκειας: Παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου , Διαχωρισμός της χορήγησης («Split Balance»), Μερική διαγραφή χρεών , Πρόσθετη εξασφάλιση. Αλλά και  τύποι οριστικής διευθέτησης :Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου , η μετατροπή σε χρηματοδοτική μίσθωση αλλά και η πώληση και ενοικίαση .

Η απόφαση αυτή ,σε συνδυασμό με την λήξη της προστασίας της πρώτης κατοικίας , οριοθέτησε ήδη από το τέλος του 2014  το πλαίσιο  εντός του οποίου θα διευθετούνται  τα ιδιωτικά χρέη προς τις τράπεζες. Αυτό που ενδιέφερε  ωστόσο εξ αρχής  δεν ήταν  μόνο  το περιεχόμενο της παραπάνω απόφασης αλλά το πώς αυτή θα εφαρμόζονταν   στην πράξη ώστε να δίνονταν στους  καλόπιστους οφειλέτες ,είτε φυσικά πρόσωπα είτε επιχειρηματίες , των οποίων η ζωή ανατράπηκε  ακούσια στην περίοδο της οικονομικής κρίσης μια ουσιαστική δεύτερη ευκαιρία επανεκκίνησης της πορείας τους.

Στην πράξη ,ωστόσο, οι  προτάσεις ρυθμίσεων  οφειλών εκ μέρους των τραπεζών δεν οδήγησαν σ’ αυτό που φέρονταν ότι  απέβλεπαν :την εύρεση των  κατάλληλων λύσεων. Προτεινόμενες λύσεις απολύτως αυτοματοποιημένες ,υπακούοντας αυστηρά σε αλγοριθμικές παραμέτρους που δίνουν κάθε φορά τη προτεινόμενη «λύση»  ως μοναδική δυνατότητα. Αυστηρές κατηγοριοποιήσεις που αποκλείουν προτάσεις επόμενης ομάδας αν δεν εξαντληθούν αυτές της προηγούμενης , αδυναμία ουσιαστικού διαλόγου μέσω υπαλλήλων- άνευ αρμοδιοτήτων και συχνά εκπαίδευσης- που απλά διεκπεραιώνουν χωρίς καμία δυνατότητα παρέμβασης  προς όφελος της διαδικασίας. Απουσία λύσεων μέσω της Επιτροπής Ενστάσεων . Και περισσότερο, απουσία δομημένης  διαπραγμάτευσης στη βάση των εκατέρωθεν επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων των μερών.  Καμιά  λύση δεν μπορεί να θεωρηθεί «κατάλληλη» αν δεν συνεκτιμηθούν και , από τις δύο πλευρές,  όλες οι παράμετροι που αφορούν τη διαφορά και ιδίως τη δικαστική εξέλιξη της . Απέναντι στις λύσεις των αλγορίθμων συγκριτικά πλεονεκτήματα στη επίλυση τραπεζικών διαφορών εμφανίζει  η λύση της Διαμεσολάβησης.  Μια  λύση, που παρά το γεγονός ότι προέβλεψε ο ΚΔΤ για τις περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των μερών,  δεν υιοθετήθηκε από τις τράπεζες και σαφώς δεν προτάθηκε  από αυτές ως εναλλακτική επιλογή  . Ούτε όμως και  από τους ιδιώτες προτιμήθηκε ,τις περισσότερες φορές  από λόγους άγνοιας  και άλλοτε από λόγους πραγματικής αδυναμίας   χρηματοδότησης  μιας αβέβαιης-στο βαθμό που απαιτείται η συναίνεση των τραπεζών σε μια κοινώς αποδεκτή λύση- προσπάθειας . 

Κι όμως:  Έμπειροι στο ρόλο τους  Διαμεσολαβητές   και ταυτόχρονα  όμοιοι Δικηγόροι ικανοί να δομήσουν υπαρκτά επιχειρήματα και ,ακόμα σημαντικότερο, ν’ αποδομήσουν δεδομένα που δεν θα άντεχαν σε μια  ενδεχόμενη δικαστική κρίση   είναι το καλύτερο περιβάλλον  για να  οδηγηθούν τα μέρη σε μια πραγματικά κατάλληλη συμφωνία. Κι αυτό αφορά όλους ,τόσο τους ιδιώτες όσο και τις επιχειρήσεις-οφειλέτες. Όσο μάλιστα πιο σύνθετο είναι το ιστορικό της χρέωσης τόσο σημαντικότερη είναι η συμβολή της Διαμεσολάβησης στην εύρεση λύσης .Και τούτο διότι ,αντίθετα με τη συνήθη απευθείας εξωδικαστική αντιπαράθεση τράπεζας –οφειλέτη ,  η δυνατότητα ύπαρξης του Διαμεσολαβητή  ,του τρίτου προσώπου που δεν εκπροσωπεί ούτε την τράπεζα ούτε τον οφειλέτη , ταυτόχρονα με την οργανωμένη παράσταση των νομικών παραστατών των μερών  εκτός Δικαστηρίου , αναδεικνύει στα μέρη όλες τις πτυχές και τα ενδεχόμενα της διαφοράς δίδοντας τους με τον τρόπο αυτό καθαρά όλα τα δεδομένα και ταυτόχρονα τη δυνατότητα να οδηγηθούν σε μια κοινώς αποδεκτή λύση –Αυτή θα είναι πράγματι και η «κατάλληλη» λύση. Όχι μια ευκταία, όχι μια θεωρητική, όχι μια τυποποιημένη αλλά μια ρεαλιστικά κατάλληλη λύση με βάση όλα τα δεδομένα της διαφοράς.

Ίσως ήρθε πια η ώρα να εφαρμοστεί η τραπεζική Διαμεσολάβηση.

Μαρούσα Πρωτοπαπαδάκη

Δικηγόρος -Διαμεσολαβήτρια

 

 

 

 

 

15

Feb

2018

Οι νέες ρυθμίσεις του ν.4512/2018 για την υποχρεωτική υπαγωγή σε Διαμεσολάβηση

Με το  ν. 4512/2018( Κεφάλαιο Β άρθρα 178-209)  ρυθμίστηκε εκ νέου ο θεσμός της  διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, σε εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις ως και σε υποθέσεις διασυνοριακών διαφορών.

Με το άρθρο 182 του ως άνω νόμου εισήχθη για πρώτη φορά ,επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος, η  υποχρεωτική υπαγωγή συγκεκριμένων  ιδιωτικών διαφορών στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, καθώς και η υποχρέωση ενημέρωσης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο για αυτές. Πρόκειται για τις παρακάτω διαφορές  :

 α) Οι διαφορές ανάμεσα στους ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων από τη σχέση οροφοκτησίας, οι διαφορές από τη λειτουργία απλής και σύνθετης κάθετης ιδιοκτησίας, οι διαφορές αφενός ανάμεσα στους διαχειριστές ιδιοκτησίας κατ` ορόφους και κάθετης ιδιοκτησίας και αφετέρου στους ιδιοκτήτες ορόφων, διαμερισμάτων και κάθετων ιδιοκτησιών, καθώς επίσης και διαφορές που εμπίπτουν στο ρυθμιστικό πεδίο των άρθρων 1003 έως 1031 του ΑΚ.

 β) Οι διαφορές που αφορούν απαιτήσεις αποζημίωσης οποιασδήποτε μορφής για ζημίες από αυτοκίνητο, ανάμεσα στους δικαιούχους ή τους διαδόχους τους και εκείνους που έχουν υποχρέωση για αποζημίωση ή τους διαδόχους τους, όπως και απαιτήσεις από σύμβαση ασφάλισης αυτοκινήτου, ανάμεσα στις ασφαλιστικές εταιρείες και τους ασφαλισμένους ή τους διαδόχους τους, εκτός αν από το ζημιογόνο συμβάν επήλθε θάνατος ή σωματική βλάβη.

 γ) Οι διαφορές από αμοιβές του άρθρου 622Α του ΚΠολΔ.

 δ) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές της παραγράφου 1 περιπτώσεις α`, β` και γ` και της παραγράφου 2 του άρθρου 592 ΚΠολΔ.

 ε) Οι διαφορές που αφορούν σε απαιτήσεις αποζημίωσης ασθενών ή των οικείων τους σε βάρος ιατρών, οι οποίες ανακύπτουν κατά την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας των τελευταίων.

 στ) Οι διαφορές που δημιουργούνται από την προσβολή εμπορικών σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών σχεδίων ή υποδειγμάτων.

 ζ) Οι διαφορές από χρηματιστηριακές συμβάσεις.

Παράλληλα και προς άρση κάθε αμφισβήτησης  ,ρητά εξαιρέθηκαν από την υποχρεωτική υπαγωγή σε διαμεσολάβηση :

 α) η κύρια παρέμβαση που ασκείται σε συνάφεια με το αντικείμενο των διαφορών αυτών,

 β) οι διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή Ο.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ.,

 γ) οι διάδικοι που δικαιούνται νομικής βοήθειας κατά το ν. 3226/2004, όπως ισχύει, ή στους οποίους παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας κατά τα άρθρα 194 και 195 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας,

 δ) οι δίκες οι σχετικές με την εκτέλεση,

 ε) η ανακοπή  των άρθρων 632 και 633 παρ. 2 ΚΠολΔ,

 στ) κάθε άλλη περίπτωση στην οποία δεν προβλέπεται αναστολή εκτέλεσης κατά τις κείμενες διατάξεις του νόμου,

 ζ) οι διαφορές του ν. 3869/2010( ν.Κατσέλη για υπερχρεωμένα νοικοκυριά),

 η) οι διαταγές πληρωμής,

Περαιτέρω με τις νέες διατάξεις ορίστηκε η διαδικασία για τις περιπτώσεις  για τις οποίες ισχύει η υποχρεωτική υπαγωγή και συγκεκριμένα η έναρξη ,η εξέλιξη αυτής αλλά και οι συνέπειες μη προσέλευσης . Ειδικότερα:

Ο δικηγόρος του αιτούμενου δικαστική προστασία υποχρεούται, ανεξάρτητα από την αξία του ένδικου αντικειμένου, να υποβάλλει σε διαμεσολαβητή από τη λίστα διαπιστευμένων διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παραδίδοντάς του συμπληρωμένο ενημερωτικό έντυπο, το οποίο συντάσσεται από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά τη σύσταση και έναρξη λειτουργίας της. Ο διαμεσολαβητής γνωστοποιεί στο άλλο ή στα άλλα μέρη το κατά τα ανωτέρω αίτημα προσφυγής στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και συνεννοείται με αυτά για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της συνεδρίας διαμεσολάβησης. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει εγγράφως με συστημένη επιστολή ή ηλεκτρονικά ή με κάθε άλλο νόμιμο τρόπο, αρκεί να αποδεικνύεται το περιεχόμενό της και η ημερομηνία της. Η συνεδρία λαμβάνει χώρα το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επομένη της γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο ή τα άλλα μέρη, ενώ η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός των επομένων τριάντα (30) ημερών, που εκκινούν από την επομένη της λήξης της ανωτέρω προθεσμίας. Τα μέρη δύνανται να συμφωνούν παράταση της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες. Το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις παραπάνω προθεσμίες. Τα μέρη παρίστανται υποχρεωτικά, μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων τους πλην των περιπτώσεων των καταναλωτικών διαφορών και μικροδιαφορών.

 Αν δεν είναι δυνατή η φυσική παρουσία αμφοτέρων των μερών και του διαμεσολαβητή στον ίδιο τόπο και χρόνο, η συνεδρία της διαμεσολάβησης μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή άλλου συστήματος τηλεδιάσκεψης, στο οποίο έχει πρόσβαση το άλλο ή τα άλλα μέρη της διαφοράς. Η διαδικασία τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω γραφείου άλλου διαπιστευμένου διαμεσολαβητή που εδρεύει στον τόπο της κατοικίας, εγκατάστασης ή έδρας του άλλου ή των άλλων μερών της διαφοράς.

 Η διαδικασία της τηλεδιάσκεψης μπορεί να πραγματοποιηθεί και μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ρυθμίζει κάθε αναγκαία τεχνική, διοικητική ή άλλη λεπτομέρεια.

 Αν κατά την αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης τα μέρη της διαφοράς δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης, τότε θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του παρόντος άρθρου και συντάσσεται πρακτικό.

 Η υποχρεωτική υπαγωγή στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εφαρμόζεται όταν η πρόσκληση για προσφυγή σε αυτή περιλαμβάνει πρόσωπο ή πρόσωπα αγνώστου διαμονής.

 Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τις είκοσι τέσσερις (24) ώρες, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

Αν το αποτέλεσμα είναι  ανεπιτυχές  τότε μετά το πέρας της διαδικασίας διαμεσολάβησης και της σύνταξης του σχετικού πρακτικού, κάθε μέρος της διαφοράς προσκομίζει αυτό στο δικαστήριο, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης. Το ίδιο δικαίωμα έχει κάθε μέρος της διαφοράς για κάθε κεφάλαιο των απαιτήσεών του το οποίο δεν συζητήθηκε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης από υπαιτιότητα του άλλου μέρους, καίτοι αυτό υπαγόταν υποχρεωτικά στη διαδικασία της διαμεσολάβησης ανεξαρτήτως του αποτελέσματος αυτής.

 Αν το ένα μέρος της διαφοράς δεν προσέρχεται στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί προς τούτο με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή τηλεομοιοτυπία (φαξ) ή συστημένη επιστολή, ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό και το άλλο μέρος προσκομίζει αυτό στο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος. Στην τελευταία περίπτωση, με την απόφαση του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της διαφοράς, δύναται να επιβληθεί στο διάδικο μέρος που δεν προσήλθε στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, αν και κλήθηκε προς τούτο, όπως ανωτέρω, χρηματική ποινή, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατόν είκοσι (120) ευρώ και μεγαλύτερη από τριακόσια (300) ευρώ, συνεκτιμωμένης της εν γένει συμπεριφοράς του στη μη προσέλευση στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και επιπλέον χρηματική ποινή μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού. Οι χρηματικές ποινές του προηγούμενου εδαφίου περιέρχονται στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. στο οποίο κοινοποιείται με επιμέλεια του γραμματέα του Δικαστηρίου αντίγραφο της απόφασης.

Με το ν. 4512/2018 ορίστηκε ,ακόμα όπως προαναφέρθηκε , αναλυτικά και η διαδικασία της  διαμεσολάβησης  στην οποία τα μέρη παρίστανται μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της κοινής τους επιλογής. Ο διαμεσολαβητής είναι ένας (1), εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν εγγράφως ότι οι διαμεσολαβητές θα είναι περισσότεροι. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή και τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης αυτοί ορίζονται, κατά αποκλειστικότητα μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τα μέρη, από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης του άρθρου 186, με αιτιολογημένη απόφασή της. Η Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης λαμβάνει υπόψη της το είδος της διαφοράς που άγεται προς διαμεσολάβηση, τις διατάξεις του ΚΠολΔ για την κατά τόπο αρμοδιότητα , τις ειδικές δεξιότητες του διαμεσολαβητή, και τον αριθμό των διαμεσολαβήσεων που έχει διεξάγει.

 Ο χρόνος, τόπος και λοιπές διαδικαστικές λεπτομέρειες της διεξαγωγής της διαμεσολάβησης καθορίζονται από το διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία των μερών για τα παραπάνω, ο διαμεσολαβητής δύναται να διεξάγει τη διαμεσολάβηση με τον τρόπο που κρίνει προσφορότερο, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της διαφοράς.

Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν τηρούνται πρακτικά εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Ο διαμεσολαβητής μπορεί, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, να επικοινωνεί και να συναντά καθένα από τα μέρη είτε χωριστά είτε από κοινού. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις χωριστές επικοινωνίες του με το ένα μέρος δεν κοινολογούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του άλλου μέρους. Οι ενέργειες του διαμεσολαβητή και των μερών για την επίτευξη συμβιβαστικής επίλυσης της μεταξύ τους διαφοράς διέπονται από τις αρχές της καλής πίστης και ειλικρίνειας και της διαρκούς αμεροληψίας του διαμεσολαβητή έναντι αυτών. Τα μέρη μπορούν, σε κάθε περίπτωση, να συμφωνήσουν ως διαδικασία διαμεσολάβησης τη διαδικασία και τους ειδικότερους κανόνες που προβλέπουν κέντρα και οργανισμοί διαμεσολάβησης.

Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες συμφωνούν εγγράφως περί του εμπιστευτικού ή μη χαρακτήρα της διαδικασίας. Η συμφωνία αυτή διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Τα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν ότι θα τηρήσουν εμπιστευτικό και το περιεχόμενο της συμφωνίας, στην οποία ενδέχεται να καταλήξουν από τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, εκτός αν η κοινολόγηση του περιεχομένου της είναι απαραίτητη για την εκτέλεσή της ή αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης.

Οι διαμεσολαβητές, τα μέρη, οι πληρεξούσιοι αυτών και όσοι συμμετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες ενώπιον των Δικαστηρίων ή σε διαιτητικές διαδικασίες, εκτός αν αυτό επιβάλλεται για λόγους δημόσιας τάξης, για την προστασία της ανηλικότητας ή της σωματικής ακεραιότητας και ψυχικής υγείας φυσικού προσώπου.

Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των ποινικών Δικαστηρίων, των Ανακριτών και των Εισαγγελέων, καθώς και της αντίθετης και ρητής συμφωνίας των μερών, οι συζητήσεις και οι προτάσεις που εκφράστηκαν από τα μέρη κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, οι απόψεις του διαμεσολαβητή προς τα μέρη για την επίτευξη συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, η εκφρασθείσα βούληση των μερών, καθώς και όποιες δηλώσεις των μερών στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αποδεικτικά μέσα ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου σε περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

Ο διαμεσολαβητής δεν υποχρεούται να αποδεχθεί το διορισμό του και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ευθύνεται μόνο για δόλο ή βαρεία αμέλεια, ανεξαρτήτως της τυχόν πειθαρχικής ή ποινικής ευθύνης του.

 Μετά το πέρας της διαδικασίας, ο  διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό διαμεσολάβησης που πρέπει να περιέχει το ονοματεπώνυμο, τον αριθμό φορολογικού μητρώου και τον αριθμό μητρώου κοινωνικής ασφάλισης του διαμεσολαβητή,  τον τόπο και το χρόνο της διαμεσολάβησης,  τα πλήρη στοιχεία των μερών που προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση και τα ονόματα των πληρεξούσιων δικηγόρων τους,  τη συμφωνία με την οποία τα μέρη προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση, τα πλήρη στοιχεία τυχόν άλλων προσώπων που μετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση ή τη διαπίστωση της αποτυχίας της διαμεσολάβησης.

Το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους και κάθε μέρος δικαιούται να παραλάβει από ένα ισόκυρο πρακτικό, το οποίο και δύναται να καταθέσει οποτεδήποτε στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου του τόπου που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση της υπόθεσης για την οποία έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση. Κατά την κατάθεση υποβάλλεται παράβολο ποσού πενήντα (50) ευρώ, το ύψος του οποίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η δαπάνη για το παράβολο βαρύνει τον καταθέτη, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

Από την κατάθεση στη γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου, το πρακτικό διαμεσολάβησης, εφόσον περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστεί αναγκαστικά, αποτελεί τίτλο εκτελεστό σύμφωνα με την περίπτωση γ` της παρ. 2 του άρθρου 904 του ΚΠολΔ. Το απόγραφο για την εκτέλεση εκδίδεται, σύμφωνα με τα άρθρα 915 έως 918 του ΚΠολΔ, από τον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου, στη γραμματεία του οποίου κατετέθη το πρακτικό διαμεσολάβησης, χωρίς να επιβάλλονται άλλα έξοδα υπέρ του Δημοσίου στον επισπεύδοντα διάδικο.

 Αν η συμφωνία που περιέχεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης περιλαμβάνει και διατάξεις που αφορούν δικαιοπραξίες οι οποίες υπόκεινται εκ του νόμου σε συμβολαιογραφικό τύπο, οι διατάξεις αυτές πρέπει να περιβληθούν το συμβολαιογραφικό τύπο. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις που διέπουν τη σύνταξη τέτοιων συμβολαιογραφικών εγγράφων και τη μεταγραφή τους.

Η ισχύς των νέων διατάξεων του ν.4512/2018 άρχισε από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (17/1/2018) πλην του άρθρου που αφορά την υποχρεωτική υπαγωγή των συγκεκριμένων διαφορών που τίθεται σε ισχύ εννέα (9) μήνες από τη δημοσίευσή του (δηλαδή από 17/10/2018) και καταλαμβάνει τα εισαγωγικά της δίκης δικόγραφα στον πρώτο βαθμό, τα οποία κατατίθενται μετά την παρέλευση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος των εννέα (9) μηνών.

 

28

Aug

2017

Διαμεσολάβηση -Ένας διαφορετικός τρόπος επίλυσης των διαφορών.

Τι είναι η Διαμεσολάβηση; Ποιές διαφορές μπορεί να επιλυθούν μέσω αυτής; Πώς γίνεται; Ποιά διαδικασία εφαρμόζεται; Πώς διαμορφώνεται αυτή η διαδικασία και πώς συμμετέχουν τα μέρη σ' αυτή  ;Ποιές Αρχές διέπουν τη Διαμεσολάβηση; Ποιά η ισχύς μιας απόφασης που λαμβάνεται με τη συγκεκριμένη Διαδικασία ; Τελικά, τι προσφέρει πραγματικά  ο εναλλακτικός αυτός  τρόπος επίλυσης των διαφορών ;

Ένας  σύντομος οδηγός απαντά απλά  στα παραπάνω ερωτήματα καθιστώντας ευχερώς αντιληπτό ότι σίγουρα η προσφυγή στη Διαμεσολάβηση έχει πολλά να προσφέρει στις ανθρώπινες διαφορές. 

30

Apr

2017

Oι ενέργειες του Διαμεσολαβητή- Συντονιστή στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών των επιχειρήσεων .

Στο Μητρώο Συντονιστών  για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών επιχειρήσεων ,με βάση το σχετικό νόμο όπως ψηφίστηκε μόλις πρόσφατα ,εγγράφονται κατά προτεραιότητα διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές του ν.3898/2010, ύστερα από αίτηση τους που υποβάλλεται εντός 30 ημερών από τη δημοσίευση σχετικής πρόσκλησης που θα δημοσιεύσει ο Ειδικός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους  στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ και στη Διαύγεια. .Στο επισυναπτόμενο αρχείο δείτε βήμα-βήμα τις ενέργειες της κυρίως διαδικασίας  στις οποίες οφείλει να προβεί ο Συντονιστής ,οι πιστωτές και ο οφειλέτης αλλά   και τις προθεσμίες εντός των οποίων αυτές πρέπει να γίνουν.

27

Feb

2017

Νομοσχέδιο για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών των επιχειρήσεων .

Σε δημόσια διαβούλευση μέχρι την Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017 τέθηκε  το νομοσχέδιο για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών των επιχειρήσεων. Η διαδικασία θα γίνεται ηλεκτρονικά με την συνδρομή ενός συντονιστή που θα διορίζεται από το σχετικό Μητρώο Συντονιστών που θα συγκροτήσει  η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Στο μητρώο θα εγγραφούν κατά προτεραιότητα διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές του ν. 3898/2010 μετά από πρόσκληση ενδιαφέροντος που θα δημοσιεύσει ο Ειδικός Γραμματέας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Στόχος του νομοθετήματος είναι η συνολική ρύθμιση όλων των οφειλών υπεχρεωμένων επιχειρήσεων .Ουσιαστικό κριτήριο υπαγωγής είναι η βιωσιμότητα της επιχείρησης  και η προοπτική συνέχισης της λειτουργίας της και με την ταυτόχρονη βέβαια ικανοποίηση των πιστωτών.Η διαδικασία θα ξεκινά με την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του οφειλέτη.Ωστόσο,και το Ελληνικό Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι χρηματοδοτικοί φορείς θα μπορούν ,ως πιστωτές, να εκκινήσουν τη διαδικασία κοινοποιώντας στον οφειλέτη πρόσκληση υπαγωγής στη διαδικασία. Η παράλειψη του οφειλέτη να υποβάλει αίτηση μέσα σε προθεσμία 2 μηνών θα τον αποκλείει απο τη δυνατότητα να αιτηθεί ο ίδιος την υπαγωγή του στο μέλλον.  Δείτε αναλυτικά τη διαδικασία με τις αντίστοιχες προθεσμίες του σχεδίου νόμου  στο επισυναπτόμενο αρχείο.

Μαρούσα Πρωτοπαπαδάκη-Δικηγόρος

 

6

Jan

2016

Ο.Π.Ε.Μ.Ε.Δ: Η Διαμεσολάβηση ως απάντηση στην ανάγκη αλλαγής κουλτούρας στον τρόπο επίλυσης των διαφορών .

Πέντε χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου για τη Διαμεσολάβηση στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ως εναλλακτική μέθοδο επίλυσης διαφορών , ο θεσμός δε φαίνεται να έχει κερδίσει έδαφος. Κατά τη γνώμη μου άδικα. Και αυτό γιατί και  πολιτισμένη και γρήγορη  λύση επίλυσης διαφορών είναι και σαφώς θα βοηθούσε να μειωθούν οι υποθέσεις που εισέρχονται στα Δικαστήρια  ώστε τελικά και εκεί να φθάνουν όσες πράγματι πρέπει να επιλύονται έτσι. Σε όσες μάλιστα περιπτώσεις τα εμπλεκόμενα μέρη  εξακολουθούν να συνδέονται για τον όποιο λόγο και μετά το πέρας της αντιδικίας τους, η Διαμεσολάβηση είναι πολλές φορές η ενδεδειγμένη λύση καθώς τα μέρη, με τη βοήθεια και συνδρομή του Διαμεσολαβητή, ενός τρίτου προς τα μέρη ουδέτερου προσώπου, διαπραγματεύονται προκειμένου να καταλήξουν σε μία βιώσιμη και αμοιβαία ικανοποιητική λύση της διαφοράς, χωρίς την ανάγκη να προσφύγουν σε μία χρονοβόρα και δαπανηρή δικαστική διαμάχη όπου κάποιος άλλος, ο Δικαστής, θα αποφασίσει για αυτούς.

Οι όποιες  επίσημες προσπάθειες προώθησης του θεσμού μέχρι τώρα  έγιναν μέσα στο στενό πλαίσιο όσων επιβάλλονται είτε από τις κοινοτικές Οδηγίες είτε από τα επιδοτούμενα προγράμματα: κάποια σεμινάρια που πρέπει να γίνουν, κάποιες ομιλίες που πρέπει να προγραμματιστούν. Τίποτα ως εκδήλωση μιας αληθινής πεποίθησης ότι ο θεσμός αξίζει  αφ’ ενός να εμπεδωθεί στη συνείδηση των πολιτών και αφ’ ετέρου να οργανωθεί από τη βάση του  . Οι Πύλες της Διαμεσολάβησης που εδώ και ένα χρόνο και πλέον προβλέφθηκαν να λειτουργήσουν στα Πρωτοδικεία όλης της χώρας, με στόχο την διάδοση του θεσμού   , δεν υλοποιήθηκαν με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις. Διαμεσολαβητές εκπαιδεύτηκαν από οργανισμούς που αρκέστηκαν σ’ αυτό, πιστοποιήθηκαν εκατοντάδες άτομα σαν να επρόκειτο  να κληθούν άμεσα  να αναπτύξουν τις συγκεκριμένες δεξιότητες τους και εκεί έμειναν τα πράγματα. Ούτε και στη μεγάλη συζήτηση για την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, ενός θέματος που μας αφορά όλους,  που ξεκίνησε εδώ και ένα χρόνο , δε βρήκε η Διαμεσολάβηση το χώρο που της αναλογεί.

Πρόσφατα ανακοινώθηκε η ίδρυση ενός νέου Οργανισμού , του  Οργανισμού Προώθησης Εναλλακτικών Μεθόδων Επίλυσης Διαφορών (Ο.Π.Ε.Μ.Ε.Δ) ,με σκοπό  να συμβάλει αποφασιστικά στη διάδοση και εμπέδωση της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα.Ο επικεφαλής του νέου Οργανισμού, Π. Πικραμμένος , με κάνει να αισθάνομαι μια αισιοδοξία. 15 άλλοι  φορείς συμμετέχουν στην νέα αυτή προσπάθεια κάνοντας λόγο για μια  οργανωμένη προώθηση της Διαμεσολάβησης ως απάντηση «στην ανάγκη της Ελληνικής Κοινωνίας και Οικονομίας για ένα νέο, σύγχρονο σύστημα επίλυσης των διαφορών, καθώς και για μια σταδιακή αλλαγή κουλτούρας στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι “συγκρούσεις” σε κάθε πεδίο της κοινωνικής συμβίωσης και της οικονομικής δραστηριότητας (οικογένεια, εμπόριο, σχολείο, εργασία, αθλητισμός κ.α.)».

Αυτή «η αλλαγή κουλτούρας» αξίζει να υποστηριχθεί. Όχι  μόνο για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης.

Mαρούσα Πρωτοπαπαδάκη

20

May

2015

Διαμεσολάβηση και Δήμος -Ο θεσμός του "Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης"

Με την εμπεριστατωμένη ομιλία της η νομική σύμβουλος του Δήμου Θεσσαλονίκης κα Ελευθερία Τσίντζα παρουσίασε , στα πλαίσια ημερίδας που συνδιοργανώθηκε τον Μάρτιο του 2015 από το  Δήμο Θεσσαλονίκη και το Σύνδεσμο Ελλήνων Διαμεσολαβητών , υπό την Αιγίδα της Κεντρικής Περιφέρειας Μακεδονίας τον -άγνωστο για τους περισσότερους- θεσμό της διαμεσολάβησης στους Δήμους. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης εφαρμόζει ήδη το θεσμό του "Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης"

Δείτε το πλήρες κείμενης της πολύ ενδιαφέρουσας εισήγησης της κας Τσίντζα: 

          Στη σημερινή μας συνάντηση θα πρέπει να δούμε πώς εφαρμόζεται και με ποιόν τρόπο ο θεσμός της διαμεσολάβησης στους Δήμους, αλλά και να αναζητήσουμε το πλαίσιο και τις βάσεις για τη συνεργασία του Δήμου Θεσσαλονίκης για την ανάπτυξη του θεσμού της διαμεσολάβησης και την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη σχετική ενημέρωση των δημοτών.

          Ελέχθη από τους προηγούμενους ομιλητές ότι η διαμεσολάβηση είναι ένας εναλλακτικός τρόπος επίλυσης διαφορών και διεξάγεται με τη συνδρομή ενός τρίτου αντικειμενικού προσώπου, του Διαμεσολαβητή, ο οποίος προσπαθεί να οδηγήσει τα μέρη στην επίτευξη συμφωνίας.

Θα μπορούσε να λεχθεί ότι ο θεσμός του «Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης» αποτελεί έναν άλλο εναλλακτικό τρόπο επίλυσης «εξειδικευμένων» διαφορών μεταξύ των ΟΤΑ και των Δημοτών.

Ο θεσμός αυτός θεσμοθετείται για πρώτη φορά πανελληνίως στο άρθρο 77 παρ 3 του Ν. 3852/2010 (νόμος για τον Καλλικράτη). Με την θεσμοθέτηση του «Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης» εισάγεται στην διάρθρωση της τοπικής αυτοδιοίκησης η δυνατότητα διαμεσολαβητικής επίλυσης των προβλημάτων που ανακύπτουν από την κακοδιοίκηση κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων των δημοτικών υπηρεσιών. Πρόκειται για εισαγωγή στην ελληνική δημόσια τάξη του θεσμού του “δημοτικού συνηγόρου του πολίτη” (municipal/local ombudsman) που ήδη λειτουργεί εδώ και δεκαετίες σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. “Ombudsman” είναι ο όρος που χρησιμοποιείται διεθνώς για τους θεσμικούς ανεξάρτητους διαμεσολαβητές που αναλαμβάνουν την εξωδικαστική επίλυση διαφορών. Πρόκειται για όρο του σκανδιναβικού λεξιλογίου που αρχικά σήμαινε “εκπρόσωπος”. Στο θηλυκό χρησιμοποιείται ο όρος “Ombudswoman” και, για τα δύο, φύλα ο όρος “Ombudspersons”.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν. 3852/2010, η οποία αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για να καταδείξει τους σκοπούς του νέου θεσμού, “..τα πολυσυζητημένα προβλήματα κακοδιοίκησης στους δήμους,  τα παράπονα αρκετών πολιτών για μεροληψία και επιλεκτική πρόσβαση στα κέντρα αποφάσεων των δημοτικών αρχών, αλλά και η υπερφόρτωση του δημάρχου από αιτήματα και παράπονα μεμονωμένων πολιτών και ομάδων, καθιστούν αναγκαία την καθιέρωση ενός νέου θεσμού διαμεσολάβησης μεταξύ διοικούμενων και δημοτικών αρχών και υπηρεσιών. Ο συμπαραστάτης του δημότη και της επιχείρησης θα έχει ως αποστολή την έγκαιρη καταπολέμηση της κακοδιοίκησης, τη διασφάλιση της αμεροληψίας των δημοτικών αρχών, την βελτίωση της εξυπηρέτησης των πολιτών και των επιχειρήσεων, καθώς και την αποσυμφόρηση του δημάρχου και άλλων αιρετών οργάνων του δήμου από την ασφυκτική και συχνά, παραλυτική, συσσώρευση αιτημάτων και παραπόνων των πολιτών..”. 

H έννοια της κακοδιοίκησης (maladministration) είναι περισσότερο ένας όρος της διοικητικής πρακτικής και λιγότερο ένας όρος με προκαθορισμένο νομικά περιεχόμενο. Η κακοδιοίκηση δεν είναι ταυτόσημη με την παράβαση της αρχής της νομιμότητας, διότι αφενός υπάρχουν και παραβάσεις που μπορεί να μην έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις διοικητικές διαδικασίες, αφετέρου ο νόμος δεν προβλέπει όλες τις προϋποθέσεις για την ορθή διοικητική συμπεριφορά απέναντι στον πολίτη. Η κακή συμπεριφορά ενός υπαλλήλου λ.χ. απέναντι σε έναν πολίτη μπορεί να μην είναι νομικά κολάσιμη, συνιστά όμως φαινόμενο κακοδιοίκησης. Η υπέρ το δέον καθυστέρηση, αν ο νόμος δεν προβλέπει προθεσμίες ενέργειας για τη διοίκηση, συνιστά φαινόμενο κακοδιοίκησης. Η ταλαιπωρία, οι άσκοπες διοικητικές απαιτήσεις, οι υπερβολικές προϋποθέσεις για την έκδοση ενός πιστοποιητικού, η υπέρβαση των κανόνων της λογικής και των αρχών της διοικητικής επιστήμης, συνιστούν φαινόμενα κακοδιοίκησης.

Εξάγεται λοιπόν το συμπέρασμα ότι ο Συμπαραστάτης δεν θα είναι μία ακόμη γραφειοκρατική υπηρεσία του Δήμου, αλλά ένας ανεξάρτητος διαμεσολαβητικός  μηχανισμός μεταξύ των δημοτών και των δημοτικών αρχών και δημοτικών υπηρεσιών.

 

Τι είναι ακριβώς ο  Συμπαραστάτης του Δημότη και του Επιχειρηματία.

Κατ' αρχήν δέχεται καταγγελίες γραπτές, ονομαστικές με αρ. Πρωτοκόλλου. Οι καταγγελίες αφορούν παράπονα δημοτών που θεωρούν ότι θίγονται στα δικαιώματά τους. Π.χ. μη έγκαιρη απάντηση σε αίτηση δημότη ή μη έγκαιρη διεκπεραίωση υπόθεσης, ή μη έκδοση αδείας πιστοποιητικού κλπ.

Συνεπώς είναι  θεσµός  πρώτα  από  όλα διαμεσολάβησης και µετά ελέγχου

 

Ποιες είναι οι αρμοδιότητες του συμπαραστάτη

 

1.- Κατ αρχήν η διαμεσολάβηση με την έννοια της πληροφόρησης και της εξυπηρέτησης. Πρόκειται για τις πιο απλές μορφές διαμεσολάβησης που αφορούν δημότες, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους σχετικά μ' ένα θέμα, ή θέλουν να μάθουν σε ποιο στάδιο βρίσκεται η υπόθεσή τους. Πρόκειται δηλαδή για απλά ερωτήματα δημοτών και όχι αμιγώς για καταγγελίες. 

 

2.- Επίσης η διαμεσολάβηση με την έννοια της διαιτησίας. Αυτή συμβαίνει όταν ο δημότης έχει μία διαφωνία με την υπηρεσία για ένα δικαίωμά του ή μία ενέργειά του και χρειάζεται μία επέμβαση για να λυθεί με νόμιμο τρόπο η διαφορά. Συνήθως οι διαφορές αυτές ανακύπτουν πριν την έκδοση μίας πράξης π.χ. ενός πιστοποιητικού ή μίας έκδοσης αδείας καταστήματος και πολλές φορές προκύπτουν από το δυσνόητο κείμενο ενός νόμου που επιδέχεται ερμηνείας. [Π.χ. στην διερεύνηση υπόθεσης για τις προϋποθέσεις έκδοσης άδειας καντίνας για υπαίθριο στάσιμο εμπόριο, διαπιστώθηκε ότι είναι απαραίτητη και η γνωμοδότηση της αρμόδιας υγειονομικής υπηρεσίας, σαν αυτή που προσκομίζεται για THNέκδοση άδειας στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος].


    Και στις δύο περιπτώσεις ο συμπαραστάτης βρίσκεται μονίμως σε ανοιχτό διάλογο με τις αρμόδιες υπηρεσίες και τα όργανα μονομελή και συλλογικά του Δήμου. Από τον διάλογο αυτό πρωτίστως ωριμάζει ο θεσμός η δε εμπειρία που αποκτάται διοχετεύεται στην επίλυση των όποιων διαφορών, ενώ παράλληλα προλαβαίνονται οι όποιες παραβάσεις νόμου.

 

          3.- Η τρίτη περίπτωση αφορά την αρμοδιότητα του συμπαραστάτη που είναι πιο κοντά στον έλεγχο της νομιμότητας παρά στη διαμεσολάβηση. Και τούτο γιατί πλέον ο δημότης έχει μπροστά του μία διοικητική πράξη (αρνητική απάντηση σε αίτημα, πρόστιμο κλπ) που έχει ήδη εκδοθεί από τα αρμόδια όργανα και παραπονείται για την νομιμότητά της. Εκεί ο έλεγχος είναι απολύτως αυστηρός και τυπικός. Σε αυτές τις περιπτώσεις εκδίδονται πορίσματα στα οποία αφού εκτίθεται το ιστορικό της υπόθεσης, αφού αναλυθεί η νομοθεσία και η νομολογία, γίνεται η υπαγωγή των περιστατικών στο νόμο. Αν διαπιστωθεί ότι η ενέργεια της διοίκησης  έλαβε χώρα σύμφωνα με το νόμο, ο συμπαραστάτης εκθέτει στον θιγόμενο τις διαπιστώσεις του.  Αν διαπιστωθεί ότι η ενέργεια έλαβε χώρα κατά παράβαση του νόμου, τότε ζητείται η διόρθωση της πράξης, που μπορεί να επέλθει είτε με την έκδοση νέας ορθής είτε με την ανάκληση της προσβληθείσας.

Για να καταλήξει όμως στη διαπίστωση πρέπει να προηγηθούν κάποια στάδια.

Το πρώτο πράγµα που οφείλει να κάνει είναι να έρθει σε επαφή µε την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου, κατά της οποίας παραπονέθηκε ο δημότης και να ζητήσει τη γνώµη της, να ζητήσει τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης και να μιλήσει με τους χειριστές της υπόθεσης, δηλαδή τους εισηγητές υπαλλήλους, τους διευθυντές που έχουν δικαίωμα υπογραφής, τους αντιδημάρχους, και όπου χρειαστεί να συζητήσει με το Γεν. Γραμματέα του Δήμου και με τον  ίδιο το Δήμαρχο.

Με αυτό τον τρόπο, αρχίζει  ένας  διαφανής  διάλογος. Ο Συμπαραστάτης του Δημότη και του Επιχειρηματία, συγκεντρώνει το υλικό και ακούει τις απόψεις των εμπλεκόμενων μερών. Επειδή μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις (όπως π.χ. για την άδεια ίδρυσης και λειτουργία καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος) χρειάζεται η συνδρομή υπηρεσιών εκτός Δήμου, ο Συμπαραστάτης ανοίγει διαύλους επικοινωνίας και με αυτές. Δηλαδή,  δεν συζητά μόνο με τα στελέχη του Δήμου.  Επικοινωνεί π.χ. με τον υπεύθυνο των υγειονομικών ελέγχων της Δ/νσης Υγείας ή με τον υπεύθυνο μηχανικό του δημότη σε θέματα πολεοδομικά ή με τον αξιωματικό της αστυνομίας στις περιπτώσεις που είχε να κάνει με παραβάσεις από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. 

 

Ο ρόλος δηλαδή του Συμπαραστάτη απαιτεί συνολική εκτίμηση της κατάστασης και συνεχή επαγρύπνηση και ανταλλαγή απόψεων με υπηρεσίες, και εκτός Δήμου, προκειμένου να επιτευχθεί ο βασικός στόχος που είναι η αντικειμενικότητα της κρίσης του.

 

Όταν τελικά διαπιστωθεί ότι το πρόβληµα του δημότη είναι βάσιµο, αρχίζει η διαδικασία επίλυσής του. Σε αυτό το στάδιο ο συμπαραστάτης σταθμίζει τις απόψεις των πλευρών. Αν η ενέργεια  των υπηρεσιών του Δήμου, είναι σύμφωνη με τη νομοθεσία και δεν γεννάται η παραμικρή αμφιβολία γι' αυτό, ο συμπαραστάτης απαντά στον διοικούμενο σύμφωνα με τις διαπιστώσεις στις οποίες έχει προβεί. Αν η ενέργεια δεν είναι σύμφωνη με το νόμο, ζητείται από την υπηρεσία η ανάκλησή της και η διόρθωση της ενέργειας όπου αυτή είναι δυνατό να επέλθει. 

 

    Η τέταρτη περίπτωση αφορά την αρμοδιότητα του συμπαραστάτη να συντάσσει τις ειδικές εκθέσεις που ορίζει ο νόμος στο άρθρο 77 [παρ. 5 εδ. 3 του ν. 3852/2010], σύμφωνα με το οποίο, ο συμπαραστάτης μπορεί, αφού διαπιστώσει φαινόμενα κακοδιοίκησης, να διατυπώσει προτάσεις επίλυσης τους, τις οποίες κοινοποιεί στο δημοτικό συμβούλιο, στον Δήμαρχο και στον Γεν. Γραμματέα του Δήμου, ενώ αναρτώνται υποχρεωτικά στην ιστοσελίδα του Δήμου. Η δημοσιότητα αυτή των εκθέσεων και των απαντητικών πορισμάτων που απευθύνονται στους δημότες για τη στάση και τις ενέργειες της διοίκησης απέναντι στην τοποθέτηση του συμπαραστάτη επιβάλλεται από την αρχή της διαφάνειας. Η δημοσιοποίηση των ενεργειών του συμπαραστάτη και των συνεπειών των κρίσεών του επιβάλλεται για να προληφθεί κάθε κακόβουλη και υστερόβουλη έκφραση γνώμης που αμφισβητεί τη θεμελιώδη αρχή πάνω στην οποία λειτουργεί και θα λειτουργεί ο θεσμός αυτός, αυτή δηλαδή της νομιμότητας. 

 

Όπως γίνεται κατανοητό η αρμοδιότητα αυτή, να διατυπώνει προτάσεις επίλυσης φαινομένων κακοδιοίκησης, επικαλύπτει όλες τις προηγούμενες, διότι η εμπειρία που αποκτά ο συμπαραστάτης με τη διαμεσολάβηση και τον έλεγχο, οδηγούν στο να διατυπώσει προτάσεις που θα επιλύουν προβλήματα άμεσα και εύκολα.


 

Ποια είναι τα οφέλη  αυτής  της  διαμεσολάβησης και η χρησιμότητα του συμπαραστάτη.

 

Τα οφέλη είναι ίδια με αυτά της διαμεσολάβησης του Ν. 3898/2010, που αναλύθηκε από τους προηγούμενους ομιλητές, δηλαδή η εξοικονόμηση χρόνου, χρημάτων, η αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων, η αμεσότητα των αποτελεσμάτων, η διασφάλιση της φήμης και της υπόληψης του Δήμου και του πολίτη.

 

Συγκεκριμένα, ο δημότης θα γλιτώσει από τον κόπο, τα έξοδα και  τη σπατάλη χρόνου να πάει  στο  δικαστήριο.  Σκεφτείτε, ότι μία προσφυγή κατά διοικητικής πράξης κάνει δύο και παραπάνω χρόνια για να προσδιοριστεί και να συζητηθεί μόνο. Δεν υπολογίζεται το διάστημα μέχρι να εκδοθεί απόφαση και να επιδοθεί αυτή. Συνεπώς αποφορτίζονται και τα διοικητικά δικαστήρια, ενώ ο δημότης μπορεί να ελπίζει αν το αίτημά του είναι βάσιμο σε μία σχετικά γρήγορη διευθέτηση της υπόθεσής του. Αποφορτίζονται και οι υπηρεσίες του Δήμου γιατί:


α) οι υποθέσεις τελειώνουν  με την διαμεσολάβηση του Συμπαραστάτη, με συζητήσεις που γίνονται με εισηγητές και διοικητικά όργανα, ώστε να μην χρειάζονται συχνές επισκέψεις των δημοτών στις υπηρεσίες,


β) αφού διαπιστωθεί το πρόβλημα και προταθεί μία λύση από την πλευρά του συμπαραστάτη, αυτή μπορεί να χρησιμεύσει ως “δεδικασμένο” που θα ακολουθηθεί και σε παρόμοιου ενδιαφέροντος υποθέσεις. 


Και στις δύο περιπτώσεις εξοικονομείται και απελευθερώνεται πολύτιμος χρόνος εργασίας για τις υπηρεσίες.


 

Τέλος όσον αφορά το πλαίσιο και τις βάσεις για τη συνεργασία του Δήμου Θεσσαλονίκης για την ανάπτυξη του θεσμού της διαμεσολάβησης και την ανάληψη πρωτοβουλιών για τη σχετική ενημέρωση των δημοτών, επειδή ο Δήμος, ως φορέας άσκησης δημόσιας διοίκησης και ως θεσμός, είναι πιο κοντά στον δημότη, αυτό μπορεί να γίνει μέσω ενημερωτικών ημερίδων, όπως η σημερινή, καθώς και άλλων πρόσφορων τρόπων.

Όπως, θα μπορούσε η Ελληνική Ένωση Διαμεσολαβητών σε συνεργασία με το Δήμο Θεσσαλονίκης να παρέχει, μέσω των μελών της, σε συγκεκριμένο χώρο του Δημαρχιακού Μεγάρου, εφόσον είναι αυτό δυνατό, υπηρεσίες διεξαγωγής Διαμεσολάβησης, αλλά και δωρεάν παροχή πληροφοριών σε συγκεκριμένες ώρες την εβδομάδα, κατά τη διάρκεια των οποίων θα παρέχονται, σε όσους δημότες του Δήμου Θεσσαλονίκης ή ακόμη και άλλων δήμων, το θελήσουν, πληροφορίες για τη διαμεσολάβηση, όπως γενικές απόψεις για το ενδεδειγμένο της διαμεσολάβησης σε συγκεκριμένη υπόθεσή τους και οδηγίες για το που θα βρουν διαπιστευμένους διαμεσολαβητές και τι θα κάνουν για να τους αναθέσουν την υπόθεσή τους.

Επίσης θα μπορούσε να δημιουργηθεί μία εθελοντική ομάδα διαμεσολαβητών, η οποία θα αναλάβει υποθέσεις σε γειτονιές του Δήμου Θεσσαλονίκης σχετικές με διαφορές που προκύπτουν μεταξύ περιοίκων για θέματα της γειτονιάς τους και που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του συμπαραστάτη του Δημότη.

Τέλος, επειδή η σημασία της πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσης των συγκρούσεων στον εργασιακό χώρο καθώς και η αναγκαιότητα της επίλυσής τους με μεθόδους, οδηγεί στη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων, στην αύξηση της παραγωγικότητας, την ενίσχυση του θετικού εργασιακού περιβάλλοντος, τη διαχείριση των συγκρούσεων και την ειρηνική επίλυση αυτών, θα μπορούσε, να παρέχεται η δυνατότητα διαμεσολάβησης από την ομάδα των εθελοντών διαμεσολαβητών, για τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων μεταξύ των υπαλλήλων του Δήμου, όταν τους ζητείται από τους ίδιους τους  εργαζόμενους, στις περιπτώσεις, όπου απαιτείται.

Τελειώνοντας θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι στον Δήμο Θεσσαλονίκης εφαρμόζεται ο θεσμός του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης με την επιλογή από το Δημοτικό Συμβούλιο του κ. Απόστολου Αγγελόπουλου, εξαίρετου συναδέλφου αλλά και διαπιστευμένου διαμεσολαβητή.

 

15

May

2015

Νομοθετικό πλαίσιο για τη διαμεσολάβηση -Νόμος με αρ. 3898 (ΦΕΚ Α 211 16.12.2010)


Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Αρθρο 1

Σκοπός

Ο νόμος αυτός έχει σκοπό: α) την προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις διασυνοριακών διαφορών και β) τη θεσμοθέτηση εθνικών διαδικασιών διαμεσολάβησης.

Αρθρο 2

Υπαγόμενες διαφορές
Διαφορές ιδιωτικού δικαίου μπορούν να υπαχθούν σε διαμεσολάβηση με συμφωνία των μερών, αν αυτά έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς. Η συμφωνία υπαγωγής της διαφοράς στη διαμεσολάβηση αποδεικνύεται με έγγραφο ή από τα πρακτικά του δικαστηρίου στην περίπτωση της παραγράφου 2 του άρθρου 3 και διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για τις συμβάσεις.

Αρθρο 3
Προσφυγή στη διαμεσολάβηση

1.    Διαμεσολάβηση είναι δυνατή:
α) αν τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν σεΔιαδικασία διαμεσολάβησης πριν ήκατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας,
β) αν κληθούν να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση σύμφωνα με την παράγραφο 2του παρόντος άρθρου,
γ) αν διαταχθεί διαμεσολάβηση από δικαστήριο άλλου κράτους-μέλους ή
δ) αν επιβάλλεται υποχρεωτικά διαμεσολάβηση με νόμο.
ΗΠροσφυγή στη διαμεσολάβηση αποκλείει προσωρινά και μέχρι περατώσεως της, τη Διαδικασία ενώπιον των δικαστηρίων.

2.    Το δικαστήριο στο οποίο είναι εκκρεμής η υπόθεση μπορεί σε κάθε στάση της δίκης, ανάλογα με την περίπτωση και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης, να καλεί τα μέρη να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση για να επιλύσουν τη διαφορά. Εφόσον τα μέρη συμφωνούν το δικαστήριο αναβάλλει υποχρεωτικά τη συζήτηση της υπόθεσης σε δικάσιμο μετά την πάροδο τριμήνου και όχι πέραν του εξαμήνου.

Αρθρο 4
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) Ως διασυνοριακή διαφορά νοείται εκείνη κατά την οποία τουλάχιστον ένα από τα μέρη κατοικεί μονίμως ή διαμένει συνήθως σε κράτος-μέλος διαφορετικό από εκείνο οποιουδήποτε άλλου μέρους κατά την ημερομηνία στην οποία:
αα) τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν σεΔιαδικασία διαμεσολάβησης αφότουανέκυψε η διαφορά
ββ) διετάχθη η διαμεσολάβηση από δικαστήριο κράτους-μέλους
γγ) υφίσταται υποχρέωση διαμεσολάβησης δυνάμει του εθνικού δικαίου ή
δδ) κληθούν τα μέρη για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του άρθρου 3.

Για τους σκοπούς των άρθρων 10 και 11, ως διασυνοριακή διαφορά νοείται καιεκείνη για την οποία αρχίζουν δικαστικές διαδικασίες ή διαιτησία ύστερα από διαμεσολάβηση μεταξύ των μερών σε κράτος-μέλος άλλο από εκείνο της μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής των μερών, κατά την προβλεπόμενη στην κατά τα ανωτέρω περίπτωση α' υποστοιχεία αα, ββ ή γγ ημερομηνία.
Η έννοια της κατοικίας προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001.
β) Ως διαμεσολάβηση νοείται διαρθρωμένηΔιαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας,στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μιας διαφοράς επιχειρούν εκουσίως να επιλύσουν με συμφωνία τη διαφορά αυτή με τη βοήθεια διαμεσολαβητή. Στην έννοια αυτή δεν περιλαμβάνεται η απόπειρα συμβιβασμού που γίνεται από τον ειρηνοδίκη ή το δικαστήριο κατά τη διάρκεια της δίκης, σύμφωνα με τα άρθρα 208 επ. και 233 παράγραφος 2 ΚΠολΔ.
γ) Ως διαμεσολαβητής νοείται τρίτο σε σχέση με τα μέρη  πρόσωπο, διαπιστευμένο ως διαμεσολαβητής κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7, από το οποίο ζητείται να αναλάβει διαμεσολάβηση με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο, ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο ορίστηκε ή ανέλαβε να τελέσει την εν λόγω διαμεσολάβηση.


Αρθρο 5
Φορείς κατάρτισης
1.Φορείς κατάρτισης διαμεσολαβητών μπορούν να είναι αστικές μη
κερδοσκοπικές εταιρείες που συνιστούν από κοινού ένας τουλάχιστον
δικηγορικός σύλλογος και ένα τουλάχιστον από τα επιμελητήρια της Χώρας και λειτουργούν μετά τη χορήγηση άδειας από την υπηρεσία του άρθρου 7.

2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Παιδείας, Δια βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, καθορίζονται ειδικότερα οι όροι και προϋποθέσεις αδειοδότησης και λειτουργίας των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών, το περιεχόμενο των σχετικών προγραμμάτων βασικής εκπαίδευσης, κατάρτισης και μετεκπαίδευσης, η διάρκεια τους, ο τόπος διεξαγωγής τους, τα προσόντα των εκπαιδευτών, ο αριθμός των συμμετεχόντων, καθώς και οι κυρώσεις που επιβάλλονται στουςΦορείς κατάρτισης διαμεσολαβητών, σε περίπτωση μη τήρησης των υποχρεώσεων τους. Οι κυρώσεις αυτές είναι χρηματικό πρόστιμο ή προσωρινή οριστική ανάκληση της άδειας λειτουργίας τους. Τα κριτήρια επιλογής και επιμέτρησης των κυρώσεων θα καθορισθούν με το ανωτέρω προεδρικό διάταγμα.

3. Για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης, οιΦορείς κατάρτισης της παραγράφου 1 καταθέτουν παράβολο υπέρ του Δημοσίου, το ύψος και η αναπροσαρμογή του οποίου καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Αρθρο 6
Φορέας πιστοποίησης
1.    Συνιστάται "Επιτροπή Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών" υπό την εποπτεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στην αρμοδιότητα της Επιτροπής υπάγονται ιδίως η πιστοποίηση των υποψήφιων διαμεσολαβητών, ο έλεγχος για την τήρηση των υποχρεώσεων των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών, ο έλεγχος της συμμόρφωσης των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών προς τον Κώδικα Δεοντολογίας, καθώς και η εισήγηση προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 7. Η Επιτροπή συγκροτείται από τον πρόεδρο και τέσσερα (4) μέλη, καθώς και από ισάριθμους αναπληρωτές τους. Η θητεία τους είναι τριετής.
2.    Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζονται ως πρόεδρος και μέλη της Επιτροπής με τους αναπληρωτέςτους, τρεις (3) διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές με άρτια εκπαίδευση και επαρκή εμπειρία σε θέματα διαμεσολά βησης και δύο (2) δικηγόροι, που υποδεικνύονται από την ολομέλεια των προέδρων των δικηγορικών συλλόγων. Ο πρόεδρος και ταμέλη της Επιτροπής λαμβάνουν αποζημίωση ανά συνεδρίαση που καθορίζεται μεκοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας καιΑνθρωπίνων Δικαιωμάτων.
3.    Η πιστοποίηση των υποψήφιων διαμεσολαβητών γίνεται ύστερα από εξετάσεις ενώπιον επιτροπής εξετάσεων, στην οποία συμμετέχουν δύο μέλη της Επιτροπής της παραγράφου 1, τα οποία ορίζει ο πρόεδρος αυτής, και ένας δικαστικός λειτουργός, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 41 του ν. 1756/1988 και προεδρεύει της εν λόγω επιτροπής. Αυτή ελέγχει αν ο υποψήφιος διαθέτει τις γνώσεις, δεξιότητες και επαρκή εκπαίδευση από τουςΦορείς κατάρτισης του άρθρου 5, για να παρέχει υπηρεσίες διαμεσολάβησης και η απόφαση της είναι έγγραφη και πλήρως αιτιολογημένη. Για τη γραμματειακή υποστήριξη του έργου της Επιτροπής της παραγράφου 1 και της επιτροπής εξετάσεων, η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων υποχρεούται να διαθέτει το προσωπικό που προβλέπεται στον Κανονισμό της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται:
α) ο τρόπος και το ύψος της αμοιβής των μελών της επιτροπής εξετάσεων,
β) τα εξέταστρα που προκαταβάλλονται με παράβολο από τους υποψηφίους στην επιτροπή εξετάσεων.
4. Η απόφαση της Επιτροπής της παραγράφου 1 για την πιστοποίηση ή μη των διαμεσολαβητών είναι έγγραφη και εκδίδεται σύμφωνα με την απόφαση της επιτροπής εξετάσεων.
5. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων:
α) εγκρίνεται ο Κανονισμός λειτουργίας της Επιτροπής της παραγράφου 1 και της επιτροπής εξετάσεων,
β) καθορίζονται ειδικότερα ηΔιαδικασία, ο τρόπος, τα κριτήρια, οι όροι και οι προϋποθέσεις εξέτασης των υποψήφιων διαμεσολαβητών ενώπιον της επιτροπής εξετάσεων,
γ) καθορίζεται η Διαδικασία ελέγχου των φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών και των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών και
δ) ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα.

Αρθρο 7
Διαπίστευση
1. Το Τμήμα Δικηγορικού Λειτουργήματος και Δικαστικών Επιμελητών που ανήκειστη Γενική Διεύθυνση Διοίκησης Δικαιοσύνης του Υπουργείου Δικαιοσύνης,Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι αρμόδιο για τηΔιαπίστευση των διαμεσολαβητών και την έκδοση των διοικητικών πράξεων που είναι αναγκαίες  για τηΔιαπίστευση, μεριμνά δε για τη σύνταξη πινάκων των αδειοδοτούμενων φορέων κατάρτισης διαμεσολαβητών και των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών καιτη διανομή των πινάκων αυτών στα δικαστήρια.
2. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων:
α) καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για τηΔιαπίστευση των διαμεσολαβητών, καθώς και ηΔιαδικασία αναγνώρισης του τίτλουΔιαπίστευσης που έχουν λάβει οι διαμεσολαβητές σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για την αναγνώριση αυτή, καθώς και για την προσωρινή ή οριστική ανάκληση τηςΔιαπίστευσης απαιτείται προηγουμένως η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 6 παράγραφος 1,
β) θεσπίζεται Κώδικας Δεοντολογίας για τους διαπιστευμένους διαμεσολαβητές,
γ) προβλέπονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις για την επιβολή κυρώσεων από την παράβαση των ρυθμίσεων του ανωτέρου Κώδικα. Οι κυρώσεις αυτές που επιβάλλονται ύστερα από τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής του άρθρου 6 παράγραφος 1, είναι η προσωρινή ή οριστική ανάκληση τηςΔιαπίστευσης και
δ) ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα.

Αρθρο 8
Διαδικασία
1. Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης τα μέρη ή ο νόμιμος αντιπρόσωπος ή ο εκπρόσωπος τους, όταν πρόκειται για νομικά πρόσωπα, παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο.
2. Ο διαμεσολαβητής ορίζεται από τα μέρη ή από τρίτο πρόσωπο της επιλογής τους.
3. Η διαδικασία της διαμεσολάβησης καθορίζεται από τον διαμεσολαβητή σε συνεννόηση με τα μέρη, τα οποία μπορούν να τερματίσουν τηΔιαδικασία διαμεσολάβησης οποτεδήποτε επιθυμούν. ΗΔιαδικασία της διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν τηρούνται πρακτικά. Ο διαμεσολαβητής μπορεί να επικοινωνεί και να συναντάται στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης με καθένααπό τα μέρη. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις επαφές αυτές με το ένα μέρος δεν κοινολογούνται στο άλλο μέρος χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του.
4. Ο διαμεσολαβητής δεν είναι υποχρεωμένος να δεχθεί το διορισμό του και ευθύνεται κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης μόνο για δόλο.

Άρθρο 9

Εκτελεστότητα των συμφωνιών που προκύπτουν από διαμεσολάβηση
1.    Ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό διαμεσολάβησης που πρέπει να περιέχει:
α) το όνομα και το επώνυμο του διαμεσολαβητή,
β) τον τόπο και το χρόνο της διαμεσολάβησης,
γ) τα ονόματα και τα επώνυμα εκείνων που έλαβαν μέρος στηΔιαδικασία της διαμεσολάβησης,
δ) τη συμφωνία για τη διαμεσολάβηση, με βάση την οποία διεξήχθη η διαμεσολάβηση,
ε) τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση ή τη διαπίστωση της αποτυχίας της διαμεσολάβησης, καθώς και την αιτία της διαφοράς.
2.    Μετά το πέρας τηςΔιαδικασίας διαμεσολάβησης το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους. Το πρωτότυπο αυτού κατατίθεται, εφόσον ένα τουλάχιστον των μερών το ζητήσει, με επιμέλεια του διαμεσολαβητή στη γραμματεία του μονομελούς πρωτοδικείου της περιφέρειας, όπου διεξήχθη η διαμεσολάβηση. Κατά την κατάθεση, οενδιαφερόμενος υποβάλλει παράβολο υπέρ του Δημοσίου, το ύψος και ηαναπροσαρμογή του οποίου καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.Σε περίπτωση αποτυχίας της διαμεσολάβησης το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από τον διαμεσολαβητή.
3. Από την κατάθεση στη γραμματεία του μονομελούς πρωτοδικείου το πρακτικόδιαμεσολάβησης, εφόσον περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης πουμπορεί να εκτελεσθεί αναγκαστικά, αποτελεί εκτελεστό τίτλο σύμφωνα με τοάρθρο 904 παράγραφος 2 εδάφιο γ'ΚΠολΔ.

Άρθρο 10
Απόρρητο της διαμεσολάβησης

Η διαμεσολάβηση πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο που να μην παραβιάζει τοαπόρρητο αυτής, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν άλλως. Πριν από την έναρξη τηςΔιαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν τοαπόρρητο τηςΔιαδικασίας. Τα μέρη, εφόσον το επιθυμούν, δεσμεύονται εγγράφωςνα τηρήσουν και το απόρρητο του περιεχομένου της συμφωνίας, στην οποίαενδέχεται να καταλήξουν κατά τη διαμεσολάβηση, εκτός αν η κοινολόγηση τουπεριεχομένου της εν λόγω συμφωνίας είναι απαραίτητη για την εκτέλεση αυτής,σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3.
Οι διαμεσολαβητές, τα μέρη, οι πληρεξούσιοι αυτών και όσοι άλλοι συμμετέχουν στη διαδικασία διαμεσολάβησης δεν εξετάζονται ως μάρτυρες. Όλοι οι ανωτέρω δεν υποχρεούνται να προσκομίσουν σε επακολουθούσες δίκες ή διαιτησίες στοιχεία που προκύπτουν απόΔιαδικασία διαμεσολάβησης ή έχουν σχέση με αυτήν, παρά μόνο εφόσον τούτο επιβάλλεται από κανόνες δημόσιας τάξης, κυρίως για να εξασφαλιστεί η προστασία των ανηλίκων ή για να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θιγεί η σωματική ακεραιότητα ή ψυχική υγεία προσώπου.

Αρθρο 11
Αποτελέσματα της διαμεσολάβησης στην παραγραφή και τις αποσβεστικές προθεσμίες .

Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 διακόπτει την παραγραφή και την αποσβεστική προθεσμία ασκήσεως των αξιώσεων, καθ' όλη τη διάρκεια τηςΔιαδικασίας διαμεσολάβησης. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 261 επ. ΑΚ η παραγραφή και η αποσβεστική προθεσμία που διακόπηκαναρχίζουν και πάλι από τη σύνταξη του πρακτικού αποτυχίας της διαμεσολάβησηςή από την επίδοση δήλωσης αποχώρησης από τη διαμεσολάβηση από εκάτερο τωνμερών στο άλλο μέρος και τον διαμεσολαβητή ή της με οποιονδήποτε τρόποκατάργησης της διαμεσολάβησης.

Άρθρο 12
Αμοιβές
1. Ο διαμεσολαβητής αμείβεται με ωριαία αντιμισθία και για 24 κατ' ανώτατο όριο ώρες, στις οποίες περιλαμβάνεται και ο χρόνος προετοιμασίας του για τη Διαδικασία της διαμεσολάβησης. Τα μέρη και ο διαμεσολαβητής μπορούν να συμφωνήσουν διαφορετικό τρόπο αμοιβής.
2. Η αμοιβή του διαμεσολαβητή βαρύνει τα μέρη κατ' ισομοιρία, εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Κάθε μέρος βαρύνεται με την αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου του.
3. Το ύψος της ωριαίας αντιμισθίας της παραγράφου 1 καθορίζεται καιαναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Αρθρο 13
Ενημέρωση κοινού

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων φροντίζει με κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως μέσω του Διαδικτύου, να παρέχεται πληροφόρηση στο ευρύ κοινό σχετικά με τον τρόπο πρόσβασης σε διαμεσολαβητές.

Αρθρο 14

Μεταβατική διάταξη
Στην πρώτη σύνθεση της Επιτροπής του άρθρου 6 παράγραφος 1 μπορούν να ορισθούν, κατ' εξαίρεση των όσων προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, διαμεσολαβητές που έχουν λάβει τίτλοΔιαπίστευσης σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αρθρο 15

Εναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και
την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 15 Δεκεμβρίου 2010

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ                  ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΚΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ

Γ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ            Μ. ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ

ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ    ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ              ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Α ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ               Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 16 Δεκεμβρίου 2010

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Χ. ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ
 

Category

Recent

Archive