(Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Διαταγή πληρωμής από επιταγή. Ανακοπή 933 ΚΠολΔ κατά της εκτέλεσης. Επίδοση αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού διαταγής πληρωμής μετ΄ επιταγής προς πληρωμή. Εκ νέου επίδοση της διαταγής πληρωμής μετά από διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών. Ακύρωση της δεύτερης επιταγής για το λόγο ότι η αξίωση της επιταγής έχει υποπέσει σε παραγραφή δεδομένου ότι από την επίδοση της διαταγής μετ΄ επιταγής μέχρι την ημερομηνία της εκ νέου επίδοσης της διαταγής πληρωμής παρήλθε χρονικό διάστημα μείζον των έξι μηνών. Η ανακοπή του άρ. 933 ΚΠολΔ ασκείται εμπρόθεσμα μετά την εκ νέου επίδοση της διαταγής πληρωμής εφ΄ όσον δεν αποδεικνύεται η σύνταξη έκθεσης πλειστηριασμού και κατακυρώσεως.

slider2-photo-left-top

ΜΠΘ 7968/2013

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΤΙΤΛΩΝ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Πρωτοδίκη Διονύσιο Γιαννούλη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και από τη Γραμματέα Μαρία Σαρίδου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια και στο ακροατήριο του στις 20.03.2013, για να δικάσει την ανακοπή με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 6.474/25.02.2011, μεταξύ:

ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: ……………………………………….του ……………., κατοίκου Δήμου θέρμης του Ν. Θεσσαλονίκης (οδός …………………., αριθμός ….Πλαγιάρι), ο οποίος παραστάθηκε στο δικαστήριο διά της πληρεξούσιας δικηγόρου αυτού, Μαρίας Πρωτοπαπαδάκη (Α.Μ.Δ.Σ.Θ. 3.180), η οποία κατέθεσε προτάσεις επί της έδρας.

ΤΗΣ ΚΑΘ` ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανωνύμου τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…………….. Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο «…………………….», η οποία εδρεύει στο Δήμο Αθηναίων του Ν. Αττικής (οδός …………………., αριθμός ……) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο δικαστήριο διά της πληρεξούσιας δικηγόρου αυτής, Γεωργίας Σ. Βάμβακα (Α.Μ.Δ.Σ.Θ. 9131), η οποία κατέθεσε προτάσεις επί της έδρας.

Ο ανακόπτων ζητεί να γίνει δεκτή η από 25.02.2011 ανακοπή, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του δικαστηρίου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 6.474/25.02.2011 και προσδιορίστηκε να δικασθεί στη δικάσιμο της 05.10.2011. Κατά την ως άνω δικάσιμο, η συζήτηση επί της ανακοπής αναβλήθηκε στην δικάσιμο της 05.03.2012. Κατά την ως άνω δικάσιμο, η συζήτηση επί της ανακοπής αναβλήθηκε εκ νέου στη δικάσιμο της 10.10.2012. Κατά την ως άνω δικάσιμο, η συζήτηση επί της ανακοπής αναβλήθηκε στην παρούσα ως άνω δικάσιμο.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της ανακόπτουσας, παρασταθείς ως αναφέρθηκε, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, η άσκηση ανακοπής κατ` αρθρ. 632 Κ.Πολ.Δ. δεν αποκλείει την άσκηση μετά από την έναρξη της εκτελέσεως κατά του οφειλέτη, και ανακοπής του αρθρ. 933 Κ.Πολ.Δ. εναντίον των πράξεων εκτελέσεως, ακόμη και αν η τελευταία βασίζεται στους ίδιους λόγους που προβλήθηκαν ήδη με την ανακοπή του αρθρ. 632 Κ.Πολ.Δ.. Η δυνατότητα σώρευσης των δύο ανακοπών στο ίδιο δικόγραφο συνήθως αποκρούεται επειδή οι δύο ανακοπές δεν υπάγονται στο ίδιο καθ` ύλην αρμόδιο δικαστήριο (πλέον δεν τίθεται ζήτημα υπαγωγής σε διάφορο είδος διαδικασίας κατά τα οριζόμενα κατωτέρω). Από την άλλη πλευρά, η παράλληλη επίκληση των ίδιων λόγων και ως αντιρρήσεων κατά της εκτελέσεως δε φαίνεται να αποκλείεται ούτε από το συνδυασμό των άρθρων 269 και 935 Κ.Πολ.Δ.. Οταν ενόσω εκκρεμεί η ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής ο ανακόπτων ασκεί συγχρόνως για τους ίδιους λόγους και ανακοπή του άρθ. 933, ζήτημα σύγχυσης ή εκκρεμοδικίας δεν τίθεται. Διότι τα αντικείμενα των δύο δικών δεν συμπίπτουν λόγω της διαφοράς των αιτημάτων των δύο ανακοπών (ΜονΠρωτΑΘ 227/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΧαλκ 1135/2009 ΑΡΧΝ 2010.321, ΜονΠρωτΛαρ 2854/2004 ΑρχΝ 2005.66). Η ταυτότητα όμως των προβαλλομένων λόγων ενδέχεται να καθιστά σκόπιμη την εφαρμογή του αρθρ. 249 Κ.Πολ.Δ. (ΕφΑΘ 7369/2004 ΝοΒ 53.1447, ΕφΑΘ 5131/2004 ΤΝΠ Νόμος, Εφθεσ 63/1997 Αρμ 1999.250, ΜονΠρωτΧαλκ 1135/2009 ΑΡΧΝ 2010.321, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας ΕρμΚΠολΔ έκδ.2000, τόμ.ΙΙ, σελ.1190-1191, Μελέτη Ε.Κιουπτσίδου, Ζητήματα από τις ανακοπές των άρθρων 632 και 933, Αρμ ΝΖ, 1243). Περαιτέρω, η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής (632 επ. Κ.Πολ.Δ.) που εκδόθηκε για απαίτηση απορρέουσα από επιταγή εκδικάζεται από το αρμόδιο καθ` ύλην λόγω ποσού δικαστήριο (632 § 1 εδ. 1, 636 Κ.Πολ.Δ.) και κατά την διαδικασία των πιστωτικών τίτλων κατ` αρθρ. 632 § 3 Κ.Πολ.Δ. (για τις ανακοπές που έχουν εγερθεί προ της θέση σε ισχύ του Ν. 4055/2012). Περαιτέρω η ανακοπή που ασκείται κατ` άρθ. 933 ΚΠολΔ εισάγεται, κατ` αρχήν, και εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, με τις αποκλίσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των άρθρων 583 επ. και 933 ΚΠολΔ. Αν, όμως, για τη διάγνωση της εκτελεστέας αξίωσης εφαρμόζεται κάποια ειδική διαδικασία με τους κανόνες της οποίας εκδόθηκε η επί της κύριας αξίωσης εκτελούμενη απόφαση, η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται και κατά την εκδίκαση της παραπάνω ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. (για τις ανακοπές που έχουν εγερθεί προ της θέση σε ισχύ του Ν. 4055/2012). Η διάκριση ως προς την εφαρμοζόμενη διαδικασία γίνεται και όταν ο εκτελεστός τίτλος είναι διαταγή πληρωμής, οπότε για την εκδίκαση της ανακοπής τηρούνται οι κανόνες της διαδικασίας κατά την οποία δικάζεται η εναντίον της διαταγής ανακοπή (ΑΠ 337/2006 ΕλλΔνη 47.779, ΕφΑΘ 547/2008 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑΘ 4711/2002 ΕλλΔνη 44.528, ΕφΠειρ 144/2000 ΑρχΝ 2001.105, ΜονΠρωτΑΘ 227/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΘηβ 160/2009 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρωτΣερ 98/2007 Νόμος). Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623, 626 §§ 1 και 2, 628 § 1 α`, 629 εδ. α και 633 Κ.Πολ.Δ., συνάγεται ότι το αντικείμενο της δίκης, η οποία ανοίγεται με την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, είναι το έγκυρο ή μη της έκδοσης της τελευταίας. Συνεπώς, ισχυρισμοί που ανάγονται σε επιγενόμενο της έκδοσης της διαταγής πληρωμής χρόνο (και τέτοιοι είναι συνήθως αποσβεστικοί της ενοχής λόγοι), δεν μπορούν να αποτελέσουν λόγους της ανακοπής αυτής, ούτε να προταθούν καθ` οιονδήποτε τρόπο στη σχετική δίκη, αφού εξ ορισμού δεν υπήρχαν κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής και συνεπώς δε δύνανται να επιδρούν στο έγκυρο της εκδόσεως της (ΑΠ 1366/2008 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1538/2007 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 667/2007 ΕλλΔνη 2007.789, ΑΠ 1568/2002 ΝοΒ 51.1198, ΕφΑΘ 5483/2008 ΕλλΔνη 2009.834, ΕφΠατρ 834/2008 ΑχΝομ 2009.468. Εφθεσ 1340/2001 Αρμ ΝΖ.42, ΜονΠρωτΛαμ 20/2010 ΕπισκΕμπΔ 2010.285, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ. Εκδ. 2000 Τόμος 2°ς σελ. 1186), ειμή μόνο να προταθούν στα πλαίσια της αναγκαστικής εκτέλεσης με άσκηση ανακοπής κατ` αρθρ. 933 Κ.Πολ.Δ (ΟλΑΠ 30/1987 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1538/2007 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 337/2006 ΤΝΠ Νόμος) ή ενδεχομένως με αναγνωριστική της ανυπαρξίας της οφειλής αγωγή (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ. Εκδ. 2000 Τόμος 2°ς σελ. 1187. Επιπλέον, κατά το άρθρο 52 του Ν. 5960/1933 «περί επιταγής», οι αξιώσεις του κομιστή της επιταγής κατά των οπισθογράφων, κατά του εκδότη και κατά των άλλων υπόχρεων παραγράφονται μετά έξι μήνες από τη λήξη της προθεσμίας προς εμφάνιση, η οποία είναι οκτώ ημερών από την έκδοση της επιταγής (άρθρο 29 εδ. α` Ν. 5960/1933). Κατά το άρθρο 61 του ίδιου νόμου οι λόγοι διακοπής και αναστολής της παραγραφής (καθώς και των άλλων παραγραφών που προβλέπονται απ` αυτόν) διέπονται από τις διατάξεις του κοινού δικαίου, που αφορούν την παραγραφή και τη βραχυπρόθεσμη παραγραφή. Κατά συνέπεια, και ειδικότερα, την παραγραφή αυτή διακόπτει α) η έγερση της αγωγής (άρθρο 261 Α.Κ.), β) η επίδοση της επιταγής πληρωμής κάτω από εκτελεστό δικαιόγραφο (άρθρο 264 Α.Κ.), γ) η με οποιονδήποτε τρόπο αναγνώριση της αξίωσης από τον οφειλέτη (άρθρο 260 Α.Κ.) και η επίδοση διαταγής πληρωμής (αρθρ. 634 § 1 Κ.Πολ.Δ.), σε κάθε δε περίπτωση διακοπής, ο χρόνος που πέρασε έως τότε δεν υπολογίζεται και αφότου περατώθηκε η διακοπή αρχίζει νέα παραγραφή (άρθρο 270 § 1 Α.Κ.). Ειδικότερα δε ως προς την διακοπή της παραγραφής με την επίδοση της διαταγής πληρωμής, κατά το άρθρο 634 § 1 και 2 Κ.Πολ.Δ., η επίδοση της διαταγής πληρωμής διακόπτει την παραγραφή και την αποσβεστική προθεσμία (§ 1), αν δε ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής η παραγραφή ή η αποσβεστική προθεσμία θεωρείται ότι έχει ανασταλεί από την επίδοση της διαταγής πληρωμής, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή (§ 2). Με το ανωτέρω άρθρο 634 § 2 Κ.Πολ.Δ. ορίζεται η άσκηση της ανακοπής ως ειδικό ανασταλτικό γεγονός του χρόνου νέας παραγραφής της αξιώσεως, ο οποίος διαφορετικά θα άρχιζε αμέσως μετά τη διακοπή που επέρχεται με την επίδοση της διαταγής πληρωμής και είναι, αν η διαταγή στηρίζεται σε αξιόγραφο, η βραχυπρόθεσμη για την αντίστοιχη αξίωση παραγραφή (ΟλΑΠ 30/1987 ΝοΒ 1988.96). Το ανασταλτικό αυτό αποτέλεσμα εξακολουθεί από του ανωτέρω σημείου διακοπής και για όσο διαρκεί η δίκη της ανακοπής, αποκλείοντας την παραγραφή της αξιώσεως, που στηρίζει τη διαταγή, εν επιδικία και μάλιστα, όχι μόνο στην περίπτωση που ακυρωθεί η διαταγή, όπως ρητώς ορίζεται στο νόμο, αλλά προδήλως και δη κατά μείζονα λόγο, και όταν απορριφθεί η ανακοπή, δηλονότι σε κάθε περίπτωση κατά τη διάρκεια της δίκης επί της ανακοπής και μέχρι περατώσεως της με τελεσίδικη απόφαση δεν κινείται η με την επίδοση της διαταγής διακοπείσα παραγραφή (ΟλΑΠ 12/2001 ΕλλΔνη 42.896, ΑΠ 757/2006 ΝοΒ 2007.333, ΑΠ 443/2006 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1538/2004 ΕλλΔνη 46.761, ΑΠ 870/2004 ΕλλΔνη 45.445). Με την τελεσίδικη απόρριψη της ανακοπής η κατά τα άνω διακοπείσα παραγραφή της αξίωσης που επιδικάζεται με τη διαταγή πληρωμής, αν είναι μικρότερη των 20 ετών, όπως συμβαίνει με την παραγραφή της αξίωσης από την επιταγή που είναι εξάμηνη κατ` άρθρο 52 § 1 Ν. 5960/1933, επιμηκύνεται σε 20 έτη (ΟλΑΠ 30/1987 ΝοΒ 1988.96, ΑΠ 870/2004 ό.π.), δεδομένου ότι η διαταγή πληρωμής, η οποία έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, μετά την τελεσίδικη απόρριψη της ασκηθείσας ανακοπής, ή σε περίπτωση μη ασκήσεως ανακοπής, μετά την παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας ασκήσεως της ανακοπής του άρθρου 633 § 3 Κ.Πολ.Δ., ισοδυναμεί πλέον με τελεσίδικη απόφαση (ΑΠ 111/2012 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 53/2004 Δίκη 2004.968, ΕΕμπΔ. 2005.782, ΑΠ 133/2004 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑΘ 1220/2009 ΕπισκΕμπΔ 2009.535, ΔΕΕ 2010.706, ΕφΔωδ 168/2009 ΤΝΠ Νόμος). Εάν, ωστόσο, επιδοθεί δύο φορές η διαταγή πληρωμής κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 632 και 633 Κ.Πολ.Δ. και δεν ασκηθεί ανακοπή κατ` αυτής κατά τα ανωτέρω είναι δυνατή η εν επιδικία παραγραφή της αξίωσης, για την οποία εκδόθηκε και ακολούθως επιδόθηκε η διαταγή πληρωμής, εάν μεταξύ της πρώτης επιδόσεως και του χρονικού σημείου της τελεσιδικίας της διαταγής πληρωμής παρήλθε ο χρόνος παραγραφής της αξιώσεως, δεδομένου ότι δεν είναι δυνατή δια της τελεσιδικίας και της μη εφαρμογής σε τοιαύτη περίπτωση της ρύθμισης του άρθρου 634 § 2 Κ.Πολ.Δ., που προϋποθέτει την άσκηση ανακοπής, να αναβιώσει αποσβεσθείσα απαίτηση (ΟλΑΠ 23/2003 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1503/2000 ΕλλΔνη 42.134, ΕφΛαρ 673/2003 Δικογραφία 2004.135, ΔΙΚΗ 2004.659). Τέλος, ο ισχυρισμός περί διακοπής ή αναστολής της παραγραφής, αποτελεί αντένσταση στον ισχυρισμό περί παραγραφής της απαίτησης, και ο επικαλούμενος τα διακόπηκα ή ανασταλτικά της παραγραφής περιστατικά οφείλει και να τα αποδείξει και δεν επιτρέπεται στο δικαστήριο να τα λάβει υπόψη αυτεπαγγέλτως (βλ. ΑΠ 18/1998 ΕλλΔνη 39.590, ΝοΒ 47.40, ΕφΘεσ 2852/2004 Αρμ ΝΘ.571, ΕφΠειρ 39/2004 ΠειρΝομ 2004.72, ΕΤρΑξΧρΔ 2005.171, ΕφΘεσ 1732/2003 Αρμ ΝΗ.1396, ΕφΘεσ 1646/2003 Αρμ ΝΘ.1975).

Ο ανακόπτων, με την υπό κρίση από 25.02.2011 και με αριθμό καταθέσεως 6.474/25.02.2011 ανακοπή, εκθέτει ότι εκδόθηκε κατ` αυτού, η υπ` αριθμ. ………/01.03.2010 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ` ης η ανακοπή το ποσό των 5.000,00 Ευρώ, για ισόποση απαίτηση της τελευταίας, απορρέουσα από την υπ` αριθμ. …………………../30.09.2009 επιταγή της ανωνύμου τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «…….. A.E.», την οποία εξέδωσε ο ανακόπτων εις διαταγήν του ……………. και η οποία οπισθογραφήθηκε λόγω ενεχύρου υπέρ της καθ` ης, ανωνύμου τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ««…………….», εμφανίσθηκε εμπροσθέσμως προς πληρωμή και δεν πληρώθηκε, ελλείψει διαθεσίμων κεφαλαίων στον λογαριασμό του εκδότη επί του οποίου εσύρετο, γεγονός το οποίο βεβαιώθηκε με σχετική μνεία επί του αξιόγραφου από υπαλλήλους της πληρώτριας τράπεζας, νομιμοτόκως από την επομένη της εμφανίσεως της επιταγής, με βάση την οποία εκδόθηκε η ανακοπτομένη, πλέον δικαστικών εξόδων ποσού 87,00 Ευρώ. Οτι η καθ` ης η ανακοπή του επέδωσε στις 16.03.2010 αντίγραφο εξ απογράφου πρώτο εκτελεστό της ως άνω διαταγής πληρωμής μετ` επιταγής προς πληρωμή, δια της οποίας επιτάσσεται να καταβάλει στην καθ` ης (α.) ποσό 5.000,00 Ευρώ, ως κεφάλαιο κατά τα ανωτέρω, (β.) ποσό 179,79 Ευρώ, ως σύνολο των οφειλομένων τόκων, (γ.) ποσό 87,00 Ευρώ, ως επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, (δ.) 100,00 Ευρώ, για απόγραφο, αντίγραφο, νομική συμβουλή και σύνταξη επιταγής. Ζητεί δε, κατ` εκτίμηση του δικογράφου, να εκδοθεί απόφαση του παρόντος δικαστηρίου, με την οποία να ακυρωθεί η επιδοθείσα επιταγή προς πληρωμή, για το διαλαμβανόμενο στο δικόγραφο της ανακοπής λόγο, ο οποίος συνίστανται στο ότι η αξίωση εκ της ως άνω επιταγής, έχει υποπέσει σε παραγραφή, δεδομένου ότι από την επίδοση της διαταγής μετ` επιταγής προς πληρωμής στις 16.03.2010 έως τις 19.10.2010, οπότε της επιδόθηκε εκ νέου η διαταγή πληρωμής, παρήλθε χρονικό διάστημα μείζον των έξι μηνών. Τέλος ζητεί την καταδίκη της καθ` ης στη δικαστική της δαπάνη. Με το ως άνω περιεχόμενο, η από 25.02.2011 και με αριθμό καταθέσεως 6.474/25.02.2011 ανακοπή παραδεκτώς εισάγεται ενώπιον του δικαστηρίου τούτου (αρθρ. 933 § 1, 934 § 1 περ. α Κ.Πολ.Δ.), το οποίο είναι καθ` ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (933 §§ 1 και 2, 584 Κ.Πολ.Δ.), δεδομένου ότι ο τίτλος με τον οποίο επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση δεν είναι απόφαση του Ειρηνοδικείου, ενόψει της γενικής αρχής διαχρονικού δικονομικού δικαίου που δύναται να συναχθεί από τη διάταξη του άρθρου 9 § 2 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ. ενόψει και της έλλειψης μεταβατικής διατάξεως στο Ν. 4055/2012, ΦΕΚ Α 51/12.3.2012 σε σχέση με την τροποποίηση του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ., κατά τη διαδικασία των διαφορών από πιστωτικούς τίτλους, εφόσον η απαίτηση με βάση προς ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται εκτέλεση απορρέει από πιστωτικό τίτλο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη η οποία προηγήθηκε και έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα κατ` αρθρ. 934 § 1 περ. β Κ.Πολ.Δ., εφόσον δεν αποδεικνύεται η σύνταξη έκθεσης πλειστηριασμού και κατακυρώσεως. Ο ως άνω δε λόγος ανακοπής παραδεκτώς προβάλλεται και είναι νόμιμος, ερειδόμενος στις προεκτεθείσες στη μείζονα σκέψη διατάξεις. Πρέπει, συνεπώς, να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

Από και τα έγγραφα, τα οποία νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη, άλλα δε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς όμως κάποιο από αυτά να παραλειφθεί κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, αποδεικνύονται τα εξής κρίσιμα πραγματικά περιστατικά στην υπόθεση αυτή: Ο ανακόπτων, ……………….. του …………………, εξέδωσε εις διαταγήν του …………………… την υπ` αριθμ. …………………./30.09.2009 επιταγή της ανωνύμου τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «……………….. A.E.», ποσού 5.000,00 Ευρώ. Η ως άνω επιταγή οπισθογραφήθηκε λόγω ενεχύρου υπέρ της ανωνύμου τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ««…………………………………………….. A.E.», εμφανίσθηκε εμπροθέσμως και νομοτύπως προς πληρωμή στις 02.10.2009, πλην όμως δεν πληρώθηκε, λόγω ελλείψεως διαθεσίμων κεφαλαίων προς τούτο στον υπ` αριθμ. ………………………………………………….. που ο εκδότης διατηρούσε στην πληρώτρια τράπεζα, γεγονός το οποίο βεβαιώθηκε με σχετική μνεία επί του αξιόγραφου από υπαλλήλους της κατ` εξουσιοδότηση τράπεζας πληρώτριας τράπεζας κατ` αρθρ. 88 του Ν. 1961/1991. Ακολούθως, ο καθ` ου, αιτήθηκε και πέτυχε να εκδοθεί σε βάρος του ανακόπτοντος η υπ` αριθμ. ………../01.03.2010 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, με την οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ` ης η ανακοπή το ποσό των 5.000,00 Ευρώ, για ισόποση απαίτηση της τελευταίας, απορρέουσα από την ως άνω επιταγή, νομιμοτόκως από την επομένη της εμφανίσεως της επιταγής, με βάση την οποία εκδόθηκε η ανακοπτομένη, πλέον δικαστικών εξόδων ποσού 87,00 Ευρώ. Στη συνέχεια και δη στις 16.03.2010 η καθ` ης του επέδωσε αντίγραφο εξ απογράφου πρώτο εκτελεστό (2.855/02.03.2010) της ως άνω διαταγής πληρωμής μετ` επιταγής προς πληρωμή, δια της οποίας επιτάσσεται ο ανακόπτων να καταβάλει στην καθ` ης (α.) ποσό 5.000,00 Ευρώ, ως κεφάλαιο κατά τα ανωτέρω, (β.) ποσό 179,79 Ευρώ, ως σύνολο των οφειλομένων τόκων, (γ.) ποσό 87,00 Ευρώ, ως επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, (δ.) 100,00 Ευρώ, για απόγραφο, αντίγραφο, νομική συμβουλή, σύνταξη επιταγής, ειδάλλως θα υποστεί την εκτέλεση του ανωτέρω τίτλου. Η επιταγή αυτή συνιστά επιταγή προς εκτέλεση με την έννοια του άρθρου 924 εδ. 1 Κ.Πολ.Δ. (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ. Εκδ. 2000 Τόμος 2ος σελ. 1755, Μπρίνιας Αναγκαστική Εκτέλεση Εκδ. Β 1978 Τόμος 1°ς σελ. 301) και όσα περί του αντιθέτου διατείνεται η καθ` ης είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι από την πρώτη επίδοση του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ` αριθμ. ……/01.03.2010 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης μετ` επιταγής προς πληρωμή στις 16.03.2010 έως τις 19.10.2010, οπότε έλαβε χώρα δεύτερη επίδοση, παρήλθε χρονικό διάστημα μείζον των έξι μηνών κατ` αρθρ. 52 § 1 Ν. 5960/1933, 247 και 249 Α.Κ., με αποτέλεσμα η αξίωση της καθ` ης, να έχει υποπέσει σε παραγραφή και να έχει καταστεί ατελής ή φυσική ενοχή και να δικαιούται μετά ταύτα ο ανακόπτων να αρνηθεί να καταβάλει, το αυτό δε ισχύει και ως προς του τόκους και τις δαπάνες του παραγραφέντος ως άνω μέρους του κεφαλαίου κατ` αρθρ. 274 Α.Κ.. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή ως και κατ` ουσίαν βάσιμος ο μοναδικός λόγος ανακοπής και κατ` ακολουθίαν η ανακοπή, να ακυρωθεί η επιδοθείσα στις 16.03.2010 από 02.03.2010 επιταγή και να καταδικασθεί η καθ` ης στη δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος του τελευταίου, λόγω της ήπας της (176, 191 § 2 Κ.ΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ` αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την επιδοθείσα στις 16.03.2010 από 02.03.2010 επιταγή στο σύνολο της.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στη Θεσσαλονίκη, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους στις 15 Απριλίου 2013.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ν.Σ.

ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ